Γιάννης Βρούτσης: Έρχεται ελαστικό 8ωρο με ευέλικτες εκτός από απλήρωτες υπερωρίες
Όπως αναφέρει και ο εργατολόγος Διονύσιος Τεμπονέρας σε πρόσφατο άρθρο του, ήδη ο αρμόδιος Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κ. Γιάννης Βρούτσης, έχει εξαγγείλει τις βασικές πτυχές του νέου εργασιακού νόμου, που θα έρθει προς ψήφιση στη βουλή, τους πρώτους μήνες του νέου έτους. Οι βασικές ρυθμίσεις νέου νόμου θα στοχεύουν στην υποτίμηση της εργασίας, στην υποβάθμιση της συνδικαλιστικής προστασίας και του δικαιώματος της απεργίας, στην μείωση του κόστους των υπερωριών για τις επιχειρήσεις, στην απελευθέρωση των απολύσεων και στην ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης.
Οπως αποκάλυψε ο τηλεοπτικός σταθμός OPEN στο κεντρικό του δελτίο,ο εργαζόμενος με “ατομική συμφωνία” με τον εργοδότη και οχι κεντρική του Σωματείου του, θα δύναται να απασχολείται 4 ημέρες την εβδομάδα με 10ωρες εργασίας καταστρατηγόντας τον θεσμό του 8ωρου, χωρίς να αναγνωρίζεται ως υπερωριακή εργασία, αλλά κάποια άλλη εβδομάδα του ίδιου μήνα να δουλεύει 4 ημερες από 6 ώρες. Έτσι θα διατηρούνται οι 40 ωρες απασχόλησης την εβδομάδα. Παράλληλα θα ανοίξει ο “κουμπαράς” για τις επικουρικές συνταξεις των νεοασφαλιζόμενων, αλλά και όποιων το επιθυμούν από τους παλιούς , πρώτο βήμα ιδιωτικοποίησης της Ασφάλισης.
Οπως ανέφερε στο δελτίο ο κ. Ρομπόλης, αυτή η μετάβαση στο ιδιωτικό σύστημα Ασφάλισης θα κοστίσει το τρομακτικό ποσό των 57 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο θα επιβαρύνει το ήδη δυσθεώρητο Ελληνικό Χρέος. Τέλος σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Open ο “κουμπαράς” θα ενέχει ρίσκο για το οποίο θα κατανέμεται σε τρεις κατηγορίες “χαμηλού”, “μεσαίου” και “υψηλού” που σημαίνει ότι το αποθεματικό που θα συγκεντρώνει ο εργαζόμενος θα είναι ανα πάσα στιγμή στον “άερα” όποια κατηγορία και να επιλέξει.
Θυμίζουμε ότι σε ερώτηση δημοσιογράφου του MEGA για την κατάργηση της αμειβόμενης υπερωρίας ο υπουργός Γιάννης Βρούτσης, είχε απαντήσει ότι αυτό θα γίνεται στο πλαίσιο της “διευθέτησης” του χρόνου εργασίας
Ο εργατολόγος κ.Τεμπονέρας επιγραμματικά σταχυολογεί αυτήν την “επίθεση από πλευράς της κυβέρνησης” η οποία συμπυκνώνεται ευδιάκριτα στην περίφημη έκθεση «Πισσαρίδη» στους παρακάτω άξονες:
Θα επιχειρήσει τη μείωση του κόστους των υπερωριών. Ο νέος εργαζόμενος στην εποχή μετά την Covid-19 θα δουλεύει περισσότερο και θα αμείβεται λιγότερο.
Σχεδιάζει την διευκόλυνση των απολύσεων για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Θα νομοθετήσει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, ύστερα από δεσμευτική πρόταση ειδικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων.
Θα προχωρήσει στον ολικό επανασχεδιασμό του επιδόματος ανεργίας και στην ενοποίηση όλων των προνοιακών επιδομάτων σε ένα.
Θα υποβαθμίσει την προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών από απολύσεις και θα καταργήσει τις συνδικαλιστικές άδειες.
Θα προωθήσει το ψηφιακό ωράριο και την ψηφιακή κάρτα εργασίας.
Θα απαγορεύσει de facto το δικαίωμα απεργίας στις πρώην ΔΕΚΟ.
Θα αφαιρέσει τις συλλογικές διαφορές από την αρμοδιότητα του ΣΕΠΕ.
Θα επιτρέψει την εργασία κατά την κυριακάτικη αργία.
Θα ανασχεδιάσει τα προγράμματα κατάρτισης και τη λειτουργία τους ώστε οι άνεργοι να καταστούν πιο «φιλικοί» στις επιχειρήσεις.
Αλλά και στην κοινωνική ασφάλιση προκαλούνται δομικές αλλαγές. Η κυβέρνηση σχεδιάζει:
Την μετάβαση από το αναδιανεμητικό, στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα στην επικουρική ασφάλιση, δια της ιδιωτικοποίησης του.
Την κατάργηση της συνταξιοδότησης, πριν το 62ο έτος της ηλικίας σε 200.000 υποψηφίους συνταξιούχους.
Την μείωση του ανώτατου ορίου εισοδήματος (πλαφόν ασφαλιστέων αποδοχών) επί του οποίου επιβάλλονται αναλογικές ασφαλιστικές εισφορές για τους μισθωτούς εργαζόμενους.
Την αντικατάσταση της ποσοστιαίας εισφοράς υγείας των μισθωτών, με ένα σταθερό ποσό ή ένα σύστημα λίγων κλάσεων, όπως ισχύει και με τους αυτοαπασχολούμενους. Εναλλακτικά, προτείνεται η διατήρηση του ισχύοντος καθεστώτος αναλογικών εισφορών, αλλά με ακόμα χαμηλότερο πλαφόν ασφαλιστέων αποδοχών υγείας.
Την αναπροσαρμογή των κανόνων υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης με τρόπο που να είναι αναλογιστικά και ουσιαστικά, περισσότερο ανταποδοτική και συνδεδεμένη με την ηλικία συνταξιοδότησης.
Την αλλαγή των κανόνων αναγνώρισης πλασματικών χρόνων ασφάλισης.