“Γνώρισα τους ανθρώπους κι αγάπησα τα ζώα”…

Της ΕΛΛΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ
Ο ήχος της βροχής, με ταξιδεύει στο σήμερα, στο χτες, στο αύριο… Πως θάναι άραγε το αύριο; Κανείς δε ξέρει… Κανείς, δεν έχει μια απάντηση σ΄ αυτό το τόσο βασανιστικό ερώτημα… Οι αισιόδοξοι το βλέπουν ως μια φωτεινή ζωγραφιά, οι απαισιόδοξοι ως μια γκρίζα και οι ρεαλιστές περιμένουν το χρόνο, να βάλει με τα πινέλα, τα δικά του χρώματα…
Από μικρό παιδί, με τρόμαζε το άγνωστο, πόσο μάλλον τώρα… Παρακαλάω το Θεό, να μας ξεπλύνει, τουλάχιστον, από τις τόσες αμαρτίες… Δεν έφταιξαν όλοι, μα δυστυχώς αυτοί που ίσως πληρώνουμε σήμερα, είμαστε, αυτοί, που δεν πρέπει… Και μάλλον, με τα τόσα σφάλματα,  οι  “κακές ερινύες” θα μας κυνηγάνε, για καιρό  ακόμη…
Η σκέψη μου σταματάει σε έναν κύριο, που συνάντησα, το Σαββάτο, σε κεντρικό δρόμο, της Κηφισιάς… Καθηλωμένος, σε μια αναπηρική καρέκλα, επαιτώντας λίγα ψίχουλα… Για κάποια ψίχουλα που κάποτε, σε μια άλλη εποχή, στην εποχή της φούσκας, απλά τα πετάγαμε και τα σκορπάγαμε, όπως ο άνεμος τη σκόνη…
Η ζωή, μπορεί να του στέρησε το δικαίωμα, να περπατάει, να παλεύει για το μεροκάματο, να φροντίζει, όπως θα ήθελε ότι αγαπά, να, να… Μα δεν μπόρεσε να του αφαιρέσει το δικαίωμα στην αγάπη… Στην ανιδιοτελή αγάπη, σ’ αυτήν που δίνεις, χωρίς να περιμένεις, ή αυτήν που σου προσφέρεται, χωρίς η “πηγή” της να περιμένει κανένα απολύτως αντάλλαγμα… Χωρίς συμφέρον!!! Τι λέω τώρα ε; Που να  κρύβεται, άραγε  αυτή η  “κυρία”‘…  Κι όμως, τη συναντάς σε ελάχιστους, πια ανθρώπους, που αντέχουν, μετά από αμέτρητες φουρτούνες, να είναι δίπλα σου, να μη χάνουν το χαμόγελο τους, την πίστη τους, και δεν σταματάνε λεπτό να μοιράζονται, τα πάντα… Ναι, υπάρχει κι αυτή η κατηγορία… Υπάρχει, όμως και μια  άλλη κατηγορία, η οποία δεν ανήκει, στα δίποδα, μα στα τετράποδα, που ένα τους βλέμμα μαρτυρά όχι απλά πολλά, μα τα πάντα…
Θυμάμαι, τους περαστικούς… Βλέματα πλημμυρισμένα από περιφρόνηση. Κι άλλες ματιές,  γεμάτες, τύψεις κι ενοχές…  Διέκρινες τη δυσκολία, την παντελή έλλειψη γενναιοδωρίας, προφανώς τους κόστιζε αυτό το κάτι, το ελάχιστο, το μηδαμινό. Ένα κουλούρι λιγότερο,  ίσως;  Και ο μικρόσωμος φίλος του, στο ρόλο του. Αδιάφορος με τους αδιάφορους, προσιτός και παιχνιδιάρης με τους «μεγαλόκαρδους»…. Το «αφεντικό» του, το χάιδευε συνέχεια… Δίπλα του, έδειχνε  πιστός και αφοσιωμένος. Με το που πλησίαζε, κάποιος περαστικός, αυτός, έκανε τα πάντα, για να κεντρίσει το ενδιαφέρον και την προσοχή, όλων.. Στόχος του; Λίγα κέρματα στο «ποτήρι»… Ο μεγαλύτερος όμως, να γλυκάνει τη ψυχή, του ταλαιπωρημένου φίλου του. Και να επιβεβαιώνονται για άλλη μια φορά, πως τα μάτια ενός ζώου, μιλάνε την πιο σπουδαία γλώσσα.
Λένε, πως τα ζώα δαγκώνουν. Τελικά, ποιοι δαγκώνουν τα δίποδα ή τα τετράποδα; Άλλωστε ας μη ξεχνάμε “πως ο πρώτος πίθηκος που έγινε άνθρωπος, διέπραξε έγκλημα, εναντίον του είδους του…”  Ίσως τελικά, το ζώο, να είναι και  ο καλύτερος “θεραπευτής” ψυχής… Ξέρει πάντα που πονάς και πως να αγγίξει….  Αντιλαμβάνεται τα όσα, εσύ ο ίδιος αρνείσαι να ξεστομίσεις, ακόμα και στον ίδιο σου τον εαυτό… Κι αυτό είναι ακόμα εκεί, και σε κοιτάει γεμάτο στοργή, δε σε εγκαταλείπει, δε σ’  απαρνιέται
mignatiou.com/

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη