Οι Ευρωπαίοι πιέζουν τις τράπεζες για τους υπερχρεωμένους

Το μυστικό της επιτυχίας για αρκετούς επιχειρηματίες των περασμένων δεκαετιών ήταν η καλή τους σχέση με το πολιτικό και το τραπεζικό σύστημα. Ήταν τα λεγόμενα θαλασσοδάνεια που έγιναν καταθέσεις στην Ελβετία με την ανοχή αν όχι τη συνενοχή του πολιτικού κόσμου. Ο τρόπος ρύθμισης των δανείων στην παρούσα φάση θα κρίνει αν θα ζήσουμε μια επανάληψη αυτού του κακού παρελθόντος ή αν η χώρα έχει μπει στις ράγες του δυτικού κόσμου. 

Η τρόικα έχει τοποθετήσει τους δικούς της ανθρώπους σε κάθε τράπεζα προκειμένου να αποφευχθούν ακραία και σκανδαλώδη φαινόμενα τραπεζικής πρακτικής. Μέχρι σήμερα δεν είναι βέβαιο ότι ο στόχος έχει επιτευχθεί. Είτε οι τροϊκανοί έγιναν Έλληνες, είτε οι Έλληνες ανακάλυψαν νέους τρόπους για να υπερβαίνουν το «σύστημα». Η ουσία είναι ότι η αγορά βοά πως υπάρχουν υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που συνεχίζουν να χρηματοδοτούνται κανονικά, την ώρα που υγιείς επιχειρήσεις αργοπεθαίνουν από την έλλειψη ρευστότητας. 

Το πρόβλημα έχει εντοπιστεί και από τους ευρωπαίους οι οποίοι έχουν απαιτήσει να κλείσει η στρόφιγγα της χρηματοδότησης προς τους συνήθεις υπόπτους και αυτή να κατευθυνθεί προς τα δυναμικά κομμάτια της οικονομίας. Με άλλα λόγια, να σταματήσει ο «εκβιασμός» που γίνεται από τους υπερχρεωμένους και οι οποίοι στο όνομα της διατήρησης θέσεων εργασίας δεν αφήνουν σταγόνα νερό για οποιοδήποτε άλλον. Στο επόμενο χρονικό διάστημα θα πρέπει να γίνουν business plans για όλες τις επιχειρήσεις, έτσι ώστε να κριθεί αν μια εταιρεία χρειάζεται πράγματι χρηματοδότηση για αναπτυξιακούς λόγους ή αν τα χρήματα των καταθετών και των φορολογουμένων πηγαίνουν στον Καιάδα. 

Οι τράπεζες είναι ταυτόχρονα υποχρεωμένες να προστατεύσουν την περιουσία τους. Δηλαδή, την περιουσία των Ελλήνων φορολογούμενων, αφού οι τράπεζες λειτουργούν αποκλειστικά και μόνο χάρις στους τελευταίους. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να επιχειρήσουν να μείνουν οι εταιρείες σε λειτουργία, αφού μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουν στη συνέχεια να τις πουλήσουν και να πάρουν πίσω ένα μέρος των κεφαλαίων τους. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μια επώδυνη πολιτική, αλλά και αναγκαία. Οι πόροι είναι λίγοι και είναι απαράδεκτο να σπαταλούνται δίχως το προσδοκώμενο αποτέλεσμα για την οικονομία και την κοινωνία.  Θα πρέπει επίσης να υπάρξει μεγάλη προσοχή να γίνουν όλα με διαφάνεια και να αποκλειστούν υποψίες για διακριτική μεταχείριση υπέρ των οποιονδήποτε επιχειρηματικών συμφερόντων. Όσα συνέβησαν τη δεκαετία του ’70 δεν μπορούν να επαναληφτούν στην Ελλάδα της κρίσης. 

Όταν οι τράπεζες στηρίζουν εταιρείες που δεν μπορούν να σωθούν με τίποτα είναι σαν να πετάνε τα λεφτά σε ένα πηγάδι δίχως πάτο. Κι αυτό θα πρέπει να σταματήσει άμεσα. Δεν έχει νόημα να διατηρούνται εταιρείες στη ζωή με τεχνητή αναπνοή, μόνο και μόνο για να μην κοκκινίζουν τα βιβλία των τραπεζών. Τα χρήματα αυτά είναι έτσι κι αλλιώς χαμένα, οπότε δεν έχει νόημα να προσθέτουμε σε αυτά και νέα δάνεια. Στο κάτω κάτω της γραφής αν οι επιχειρηματίες πιστεύουν στη δουλειά τους ας το αποδείξουν έμπρακτα και ας βάλουν κι αυτοί λίγα χρήματα. Ας μην τα περιμένουν όλα από τις κρατικές τράπεζες και τους Έλληνες φορολογούμενους. Και μιλάμε για συγκεκριμένες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που με ένα μυστήριο τρόπο ήταν πάντοτε έτσι, ακόμα και στις καλές περιόδους της οικονομίας. Επιχειρήσεις που διακρινόντουσαν για τις στενές τους σχέσεις με το πολιτικό σύστημα και την καλή πρόσβαση των ιδιοκτητών τους στο ελβετικό τραπεζικό σύστημα.

Θανάσης Μαυρίδης 
thanasis.mavridis@capital.gr

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη