Η αίσθηση του χιούμορ κι οι αποχρώσεις του είναι από παλιά γνωστό πως χαρακτηρίζουν την προσωπικότητα ενός ανθρώπου.
Μάλιστα, ένας από τους θεμελιωτές του αγγλικού Εμπειρισμού, ο Λόρδος Σέιφτσμπερι, στο «Δοκίμιο για την Ελευθερία του Πνευμα[τώδο]υς και του Χιούμορ» (Essay on the Freedom of Wit and Humor, 1709) το συσχέτιζε με την ελευθερία και την ηθική, ως ιδιότητα του καλλιεργημένου και ορθολογικού υποκειμένου που δύναται αυτόνομα να αντιλαμβάνεται τα γεγονότα και τις δεοντικές (νομικές) διαστάσεις της κοινωνικής ζωής, πολιτικής κι αισθητικής περιλαμβανομένων.
Το πόσο αντιδρά με χιούμορ και πως το χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, είναι μία χαρακτηριστική ιδιότητα, που η κοινωνική διάστασή της πάντοτε απασχολούσε την επιστήμη.
Ο ψυχολόγος Ροντ Μάρτιν μάλιστα, από το 2003, είχε επεξεργασθεί τέσσερις τύπους χιούμορ, τους οποίους πλέον αναγνωρίζει και συμφωνεί με την κατάταξή τους και ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα.
Σύμφωνα με τον Μάρτιν υπάρχουν οι καλοήθεις χρήσεις του χιούμορ, για να ενισχυθεί το εγώ του υποκειμένου (Self-enhancing) και για να βελτιωθούν οι σχέσεις του με τους άλλους (affiliative).
Υπάρχουν, ωστόσο, και οι παθολογικές χρήσεις του, όπως ο σαρκασμός και η ειρωνεία με μειωτικούς σκοπούς απέναντι στους άλλους, επιθετικά (aggressive) και η αυτοσαρκαστική, αυτό-μειωτική χρήση του για την ενίσχυση των σχέσεων του υποκειμένου με τους άλλους (self -defeating).
O πρώτος τύπος, σύμφωνα με την ονομαστή μελέτη του που δημοσιεύθηκε στο Journal of Research in Personality, αναφέρεται στους ανθρώπους που συχνά συναντούμε στη ζωή μας να διηγούνται συνεχώς ανέκδοτα, ή να παρεμβαίνουν με πνευματώδεις παρατηρήσεις στη συζήτηση.
Η ψυχολογικά συνειρμική (associative) χρήση του χιούμορ στόχο έχει να ενισχύσει την εικόνα του υποκειμένου προς τους άλλους και να βελτιώσει τις σχέσεις του.
Ο δεύτερος τύπος έχει στόχο αυτό καθαυτό το υποκείμενο γιατί πασχίζει να περιβάλλει τα πάντα στη ζωή του με το πνεύμα του χιούμορ στην προσπάθειά του να αισθάνεται το ίδιο καλά.
Ο επιθετικός τύπος του χιούμορ στόχο έχει την προσβολή των ανθρώπων και των καταστάσεων που περιβάλλουν το υποκείμενο, με συστατικά τον κακοήθη σαρκασμό και την ειρωνεία, ή τη γελοιοποίηση.
Ο τέταρτος τύπος χαρακτηρίζεται από την επιστημονική κοινότητα «αντιπαραγωγικός», γιατί καταφεύγει στον αυτό-υποβιβασμό του ίδιου του υποκειμένου, στον αυτοσαρκασμό και μείωση της προσωπικότητάς του, προκειμένου να προσελκύσει την προσοχή των άλλων.