Hadjimichail, Theofilos - Erotokritos And Aretousa, 1933 |
της Έλενας Πατρικίου*
Ο Αριστοτέλης στην Ποιητική είναι σαφής: η ποίηση είναι το αποτέλεσμα του ελέγχου που ασκεί η κοινωνία συνολικά και ο ποιητής προσωπικά (για λογαριασμό της κοινωνίας ή για λογαριασμό δικό του) στους ανθρώπους που τη συναπαρτίζουν. Ο έλεγχος μπορεί να αφορά εξίσου τη δημόσια δράση των ανθρώπων ή την ιδιωτική τους ζωή. Όταν ο έλεγχος είναι επαινετικός, προκύπτει το έπος, η τραγωδία και ένα μέρος της λυρικής ποίησης -- ο αίνος του άριστου. Όταν ο έλεγχος είναι επικριτικός, προκύπτει η ιαμβική ποίηση και η κωμωδία -- ο ψόγος του φαύλου. Το έπος και η τραγωδία αποτιμούν και διασώζουν στους αιώνες το «άφθιτον κλέος» του Αχιλλέα, προσδίδοντάς του ταυτόχρονα τη λάμψη της τέχνης. Πολύ περισσότερο, ο σκωπτικός ίαμβος και η κωμωδία δεν αποτυπώνουν απλώς στη μνήμη των ανθρώπων την τιμωρία των μνηστήρων της Οδύσσειας στον Άδη ή τον εξευτελισμό του Κύκλωπα, αλλά αποτελούν την ουσία της ποινής: το γέλιο που προκαλεί ο ψόγος αποτελεί το άκρον άωτον της τιμωρίας. Κάτι που σημαίνει ότι ο ψόγος, άρα η κωμωδία, δεν σταματούν μπροστά σε καμία «κοσμιότητα», σε καμία «πολιτική ορθότητα», σε κανένα «ναι μεν, αλλά». Για να είναι ο ψόγος καίριος, πρέπει το γέλιο να αντηχεί σαν ομηρικός καγχασμός.
Η κωμωδία είναι αμείλικτη. Δεν βάζει νερό στο κρασί της, δεν μετράει ελαφρυντικά, δεν υπολογίζει συνέπειες. Ούτε τις συνέπειες που θα υποστεί αναπόφευκτα ο φαύλος, τον οποίο επιλέγει για στόχο της, ούτε αυτές που θα υποστεί, εξίσου αναπόφευκτα, ο κωμικός ποιητής. Η κωμωδία είναι επικίνδυνη για τον διακωμωδούμενο, αλλά είναι εξίσου επικίνδυνη για τον κωμικό. Ο Αριστοφάνης ήξερε πολύ καλά τι ρίσκα έπαιρνε κάθε χρόνο, με κάθε νέα κωμωδία. Όταν στους Αχαρνής αποφασίζει να ψέξει όχι μόνο τους στρατηγούς που συντηρούσαν έναν ανόητο και καταστροφικό πόλεμο, αλλά και τους ηλίθιους, πάμφτωχους και κακομοίρηδες καρβουνιάρηδες που επέμεναν να ψηφίζουν αυτούς τους στρατηγούς, ξέρει πως κινδυνεύει. Ο ήρωας του έργου, ο Δικαιόπολις, προκειμένου να μιλήσει, προκειμένου να ψέξει και να διακωμωδήσει, πρέπει να βάλει το κεφάλι του πάνω στον πάγκο του χασάπη. Η κωμωδία μιλάει πάντα με το κεφάλι πάνω στον πάγκο του χασάπη. Ο δημόσιος ψόγος είναι ρίσκο. Η ελευθερία του γέλιου είναι επικίνδυνη.
Η κωμωδία είναι βλάσφημη. Η κωμωδία είναι χυδαία. Είναι βωμολόχα. Είναι αναιδής. Δεν έχει το θεό της. Όχι μόνο η πολιτική κωμωδία του αθηναϊκού 5ου αιώνα. Αλλά και η νέα κωμωδία, της αστικής Αθήνας του 4ου αιώνα, ή της Ρώμης, ή της αναγεννησιακής Ευρώπης -- η κωμωδία του Μολιέρου, του Γκολντόνι, του Γκόγκολ, του Τσάπλιν, του Λογοθετίδη... Επιτρέπει στον γιο να σκοτώσει τον πατέρα. Επιτρέπει στον γιο να παντρευτεί το κορίτσι που έχει βάλει στο μάτι ο γέρος πατέρας. Επιτρέπει στον υπηρέτη να κοροϊδέψει τον αφέντη. Επιτρέπει στη γυναίκα να ξεγελάσει τον άντρα της. Επιτρέπει στον έρωτα και το σεξ να νικήσουν τον πλούτο και την εξουσία. Επιτρέπει στον σφετεριστή να κάτσει στον θρόνο. Επιτρέπει στους ανθρώπους να αποδειχθούν δικαιότεροι, σοφότεροι, ισχυρότεροι από τους θεούς τους.
Για να τα κάνει όλα αυτά, μεταχειρίζεται κάθε μέσο. Ακόμα και τα αθέμιτα. Κυρίως τα αθέμιτα. Κυρίως το πιο αθέμιτο απ' όλα, το κακό γούστο. Στο κάτω-κάτω, ποιός είναι ο εφευρέτης και ο απόλυτος νομοθέτης του καλού γούστου, αν όχι ο πατέρας, ο αφέντης, ο ίδιος ο Θεός; Και τι άλλο είναι ο κλόουν, ο γελωτοποιός, ο κωμικός, ο σαλτιμπάγκος, παρά ο ίδιος ο διάβολος;
Η κωμωδία που έστηνε από τεύχος σε τεύχος το Charlie Hebdo είχε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Βωμολοχία άφθονη. Χτυπήματα κάτω από την ζώνη. Τσαλαπάτημα των ιερών και των οσίων. Κανένας σεβασμός σε κανέναν και σε τίποτα. Και πρόκληση, προς τα πάντα: πρόκληση προς κάθε έννοια καλού γούστου, πρόκληση προς κάθε συμβιβασμό καλών τρόπων, πρόκληση προς κάθε προσπάθεια εδραίωσης μιας, για τους κωμικούς πάντα ύποπτης, «πολιτικής ορθότητας». Πρόκληση προς κάθε διεκδίκηση «απυρόβλητου» για οποιαδήποτε κοινότητα διαμορφωμένη είτε πάνω σε παλαιά καθεστωτικά και οικονομικά προνόμια είτε πάνω σε καινοφανή προνόμια που αποσκοπούν στην θεραπεία ιστορικών αδικιών. Εβραίοι και μαύροι, πρώην θύματα της αποικιοκρατίας ή της πατριαρχίας, γυναίκες και ομοφυλόφιλοι, μουσουλμάνοι και προτεστάντες -- οι «καλοί» βρέθηκαν στο στόχαστρο της σάτιρας σε απόλυτη ισότητα με τους «κακούς». Η μόνη παράδοση από την οποία το Charlie αξίωσε την καταγωγή του ήταν η παράδοση του Ραμπελαί.
Η μόνη πατρίδα στην οποία θεώρησε ότι χρωστάει νομιμοφροσύνη ήταν η πατρίδα της επαναστατικής παράδοσης των ξεβράκωτων και του φανατισμού τους. Και ανέλαβε το ρίσκο με ένα κέφι επαναστατικού καρναβαλιού και ακουμπώντας οικειοθελώς το κεφάλι στο σανίδι της γκιλοτίνας.
Κι από την ίδια τη μέρα της σφαγής, η παλιά, μεμψίμοιρη δυσπιστία προς την κωμωδία, η αρχαία φρονιμάδα του καθωσπρεπισμού, η γεροντοκορίστικη ανησυχία απέναντι στο γέλιο, στον καγχασμό, στο χάχανο, στο ξεκάρδισμα (και σε ό,τι μπορεί να τα προκαλεί), έκαναν την εμφάνισή τους. Δεν το είπαν μόνον τα αμερικάνικα μέσα, έντυπα και ηλεκτρονικά, που θόλωσαν στις φωτογραφίες τους τα περίφημα σκίτσα, δεν το είπαν μόνο οι Γάλλοι μουσουλμάνοι που, προσπαθώντας να αποφύγουν το «αμάλγαμα», πασχίζουν να βρουν τις σωστές λέξεις για να διατυπώσουν ηπίως την απέχθειά τους για την κωμική γελοιογράφηση του Προφήτη... Το είπαν ακόμα και διανοούμενοι όπως ο Μπαλιμπάρ: «Απερισκεψία. Η λέξη έχει δύο έννοιες. Περιφρόνηση του κινδύνου, ηρωισμός. Αλλά και αδιαφορία προς τις καταστροφικές συνέπειες μιας υγιούς πρόκλησης, προς το αίσθημα ταπείνωσης εκατομμυρίων ανθρώπων ήδη στιγματισμένων».
Ο Ουμπέρτο Έκο μίλησε για τον ναζιστικό χαρακτήρα του Χαλιφάτου. Αλλά, πολλά χρόνια πριν είχε γράψει ένα σπουδαίο μυθιστόρημα για το γέλιο.
Στο Όνομα του Ρόδου, ο φανατισμός του καθολικισμού δολοφονεί όποιον προσπαθεί να διαβάσει το (χαμένο σήμερα) τμήμα της αριστοτελικής Ποιητικής, το κεφάλαιο για την κωμωδία. Ο φανατισμός δεν φοβάται τόσο το γέλιο, όσο την σκέψη που επικυρώνει φιλοσοφικά τη λειτουργία της κωμωδίας. Αν η σκέψη των αρχαίων Ελλήνων νομιμοποιήσει το χυδαίο ξεκάρδισμα που δεν σέβεται τίποτα, τότε όλα επιτρέπονται. Αλλά τί άλλο είναι ο ναζισμός, παρά η προσπάθεια να σβήσει από προσώπου γης η ασέβεια και η αναίδεια, άρα η διεκδίκηση της ελευθερίας;
Ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη -- τα συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας δεν μπορούν να θεμελιώνονται παρά στην αναίδεια. Αν έχει ένα χρέος η δημοκρατία, η ατελής, ανάπηρη, ετοιμόρροπη δημοκρατία, είναι να υπερασπιστεί όχι την ελευθερία της έκφρασης, αλλά την ελευθερία της αναίδειας, του λεκτικού θράσους, χάρη στο οποίο ο ψόγος του φαύλου μετατρέπεται σε κωμωδία. Αν έχει ένα χρέος ο Δήμος, είναι να αντέξει το γέλιο και να βοηθήσει τα μέλη του, που ενδεχομένως έρχονται από άλλες πολιτισμικές παραδόσεις, με λιγότερες αντοχές στην αναίδεια και τη βλάσφημη κωμωδία, να το αντέξουν κι αυτά.
Στο μετά την σφαγή τεύχος του Charlie, ο Luz σχεδίασε στην πρώτη σελίδα τον Προφήτη δακρυσμένο. Η καρικατούρα ακολουθεί όλα τα κωμικά στερεότυπα της γελοιογραφικής αναπαράστασης του Άραβα (τη μύτη, το χρώμα του δέρματος, τα αραιά γένια...). Αλλά η λεζάντα γράφει: «Όλα έχουν συγχωρεθεί». Τί έχει συγχωρεθεί; Τα σκίτσα, η βλασφημία, η σφαγή, το αίσθημα της ταπείνωσης, οι φόνοι; Ποιός έχει συγχωρέσει; Ο άσκημος δακρυσμένος Μωάμεθ ή ο σκιτσογράφος του Charlie; Ίσως δεν έχει σημασία. Ίσως το μόνο που έχει σημασία είναι ότι, αν έχουν όλα συγχωρεθεί, μπορούμε ξανά να γελάσουμε.
*Η Έλενα Πατρικίου είναι σκηνοθέτρια και ιστορικός. Via: Η Αυγή
Εικόνα επιλογή noyesnews