Στους ταραγμένους και πονηρούς καιρούς μας, κάποιο «θεόσταλτοι», όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται, πολιτικοί μας μιλούν σε «ανοικτή γραμμή» με το Θεό η με την Παναγία. Επιδιώκουν υποκριτικά να ορθώσουν τείχη ανάμεσα στον ελληνικό λαό και τη σημερινή πίστη και θρησκεία του, λησμονώντας ότι ο λαός είναι «δήμος ελευθέρως βουλόμενος» και ότι και πριν από το χριστιανισμό, ο λαός αυτός ήταν ευσεβής.
Πρέπει να τους υπενθυμίσει κανείς ότι η σημερινή θρησκεία και λατρεία των Ελλήνων έχει ενσωματώσει άπειρα στοιχεία του αρχαίου παρελθόντος τους. Οι ημιμαθείς αγνοούν –ή θέλουν να αγνοούν– ότι σε μια γωνιά αυτής εδώ της «μεγάλης πέτρας», της ριγμένης από αλλοτινούς καιρούς στη μέση της θάλασσας, στην Κρήτη, οι πιστοί ανέπεμπαν στον μέγιστο κούρο, τον Δία, τον μοναδικό Θεό, ύμνους που η χριστιανική υμνολογία και γραμματεία έχει ουσιαστικά αντιγράψει και αναπέμπει σήμερα στον Άγιο Θεό. Ιδού το παράδειγμα.
Χαίρε, μεγάλε γιε
Του Κρόνου, υπέρλαμπρε, παντοδύναμε.
Έρχεσαι
Οδηγώντας στους Κουρήτες
Στη Δίκτη κάθε χρόνο
Και τέρπεσαι με το τραγούδι.
Σου αναπέμπομε ύμνους
Με άρπες και αυλούς
Και ψάλλομε όρθιοι
Γύρω από τον βωμό Σου.
Γιατί σ΄ αυτόν τον τόπο, θεϊκό βρέφος,
Οι ασπιδοφόροι ανατροφείς Σου οι Κουρήτες
Σε πήραν από την Ρέα
Και Σ΄ έκρυψαν χτυπώντας τα πόδια τους.
………………………….
Και Συ δημιούργησες την καλήν Ημέρα.
Οι κόρες Σου οι Ώρες φέρνουν
Κάθε χρόνο αφθονία. Και στους ανθρώπους
Βασιλεύει η δικαιοσύνη και όλη την πλάση
Διαφυλάσσει η πλουτοφόρα ειρήνη.
Διαφύλαξε τις οικογενειακές εστίες μας.
Προστάτεψε τα καλόμαλλα κοπάδια μας
Και εξαπόστειλε στα σπαρτά και στα δένδρα μας
Εύκρατους ανέμους.
Σκέπε με την αιγίδα Σου τις πόλεις μας
Και τα ποντοπόρα πλοία μας
Επίβλεψε τα παλικάρια μας
Και προστάτεψε τις ένδοξες Αρχές μας.
Το αρχαίο κείμενο του ύμνου
Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρόνειε,
παγκρατές γάνους, βέβακες
δαιμόνων αγώμενος.
Δίκταν ές ενιαυτόν
έρπε και γέγαθι μολπά
ταν τοι κρέκομεν πακτίσι
μείξαντες αμ΄ αυλοίσιν,
και στάντες αείδομεν τεόν
αμφί βωμόν ευερκή.
Ιώ, Μέγισ[τε] Κούρε
χαίρε μοι Κρόνειε
παγκρα[τές γάνους, βέβακες]
δαιμόνων αγώμενος.
Δίκταν ές ενι[αυτόν
έρπ]ε και γέγαθι μολπά.
Ενθα γαρ σε, παίδ' άμβροτον,
ασπιδ[ηφόροι τροφήες]
παρ' Ρέας λαβόντες πόδα
κ[ρούοντες αντέκρυψαν] .
Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρόνειε,
παγκρατές γάνους, βέβακες
δαιμόνων αγώμενος.
Δίκταν ές ενιαυτόν
έρπε και γέγαθι μολπά.
..........................................
..........................................
..........................................
...................τα]ς καλάς Αούς.
[Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κ]ρόνειε,
παγκρατές γάν[ους, βέβακες
δαιμόνω]ν αγώμενος
Δίκταν ές ενι[αυτόν.
έρπε κα]ι γέγαθι μολπά.
[Ωραι δε β]ρύον κατήτος
και βροτούς Δίκα κατήχε
[άλλα τε θνατ΄ ‘αμφ]επε ζω
α φίλολβος Ειρήνα.
[Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρόνειε],
παγκρατές γάν[ους, βέβακες
δαιμόνων αγώ]μενος
Δίκταν ες ε[νιαυτόν.
έρπε και γέ]γαθι μολπά.
Α[μών θόρε κ΄ ες δέ]μνια
και θορ΄ εύποκ΄ ες [ποίμνια
κ΄ ες λήϊ]α καρπών θόρε
κ΄ ες τελεσφ[όρους αύρας].
Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρ[όνειε],
παγκρατές γάνους, βέβακες
[δαιμό]νων αγώμενος
Δίκταν ες ενι[αυτόν].
έρπε και γέγαθι μολπά.
[Θόρε κ΄ ες] πόληας αμών
θόρε κ΄ ες ποντοπόρας νάας
Θόρε κ΄ ες ν[έους πο]λείτας
Θόρε κ΄ ες Θέμιν κλ[ειτάν.
Ιώ. Μέγιστε] Κούρε,
χαίρε μοι Κρ[όνειε],
παγκρατές γάνους, βέβακ[ες
δαιμόνων αγ]ώμενος
Δίκταν ες ενι[αυτόν.
έρπε και γέγαθι] μολπά.
Στα πλαίσια των εορτασμών για την ετήσια αναγέννηση του Δία στο Δικταίο Άντρο, οι προσκυνητές έψαλαν τον Ύμνο στο Δικταίο Δία. Στο Παλαίκαστρο όπως και στην Πραισό υπήρχαν ιερά που κατά πάσα πιθανότητα τελούσαν υπό την αιγίδα του κεντρικού ιερού σπηλαίου της Ανατολικής Κρήτης όπου ο μύθος θέλει να γεννήθηκε ο Δίας, το Δικταίο Άντρο. Ο κουρητικός ύμνος είναι γραμμένος σε επιγραφή σπασμένη σε κομμάτια, που βρέθηκαν πριν από 110 χρόνια σκορπισμένα κοντά στα ερείπια του ιερού του Δία Δικταίου, στην ανασκαφή του Παλαίκαστρου της Σητείας. Η μεγάλη πλάκα από γκρίζο τιτανόλιθο είναι αμφίγραφη. Ο ύμνος είναι γραμμένος στις δυο πλευρές της, στη μια με λάθη η σε πρόχειρο. Ωστόσο είναι δυνατή η συσχέτιση και η συμπλήρωση της επιγραφής. Η επιγραφή που σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου χρονολογείται τον 2ο-3ο μ.Χ. αιώνα αν και, λαμβάνοντας υπ’ όψη την εκφορά της γλώσσας, πρόκειται για παλιότερο κείμενο πιθανώς του 4ου-3ου π.Χ. αιώνα, που και αυτό με τη σειρά του βασίζεται σε ακόμα παλιότερο ύμνο που δεν σώζεται.
Τον ύμνο έψαλαν γυμνοί ασπιδοφόροι νέοι χορεύοντας οργιαστικά και κρούοντας τις χάλκινες ασπίδες τους με δυνατούς θορύβους μιμούμενοι τους μυθικούς Κουρήτες, τους νεαρούς αγαθούς δαίμονες που προστάτεψαν και ανάθρεψαν το θείο βρέφος. Οι Κουρήτες φύλαγαν το θείο βρέφος καλύπτοντας το κλάμα του από τον πατέρα του Κρόνο. Είναι μια επίκληση για την ετήσια επάνοδο του νεαρού θεού, για να δώσει να καρπίσουν οι αγροί και τα κοπάδια. Ο ύμνος εντάσσεται στα πλαίσια μυητικών τελετών κατά τη μετάβαση των αγοριών από την εφηβεία στην ωριμότητα, και την είσοδό τους στην τάξη των τέλειων πολιτών. Αντίστοιχες τελετές γίνονταν και σε άλλες περιοχές του ελληνικού κόσμου για τις οποίες σώζονται γραπτές αναφορές.
Διαπιστώνουμε εύκολα πόσο λίγο απέχει ο ύμνος αυτός των Κουρητών προς τον Δία, από τις ευχές των σημερινών λειτουργών της θρησκείας μας, όταν στα «Ειρηνικά» αναφέρουν: «Ευξόμεθα υπέρ ειρήνης του κόσμου, υπέρ ευκρασίας αέρων, υπέρ των εν θαλάσση καλώς πλεόντων, υπέρ ευφορίας των καρπών της γης, υπέρ του φιλοχρίστου υμών στρατού, υπέρ της πόλεως ταύτης και των πίστει οικούντων εν αυτή, υπέρ του ευσεβούς υμών έθνους και πάσης αρχής και εξουσίας εν αυτώ». Ή ακόμη «αινείτε τον Κύριον εν χορδαίς και οργάνοις, εν τυμπάνω και χορώ» κ.ά.
Ο ελληνικός λαός δε χρειάζεται υποδείξεις από θεομπαίχτες. Βουλεύεται ελεύθερα, κόντρα στις ανίερες επιθυμίες και στους πονηρούς και μύχιους πόθους των καταστροφέων της πατρίδας και έχει επίγνωση της αλήθειας και της ιστορίας του, που τη συσκοτίζει συστηματικά το αργυρώνητο πνευματικό κατεστημένο.
Αντώνιος Βασιλάκης
Πρέπει να τους υπενθυμίσει κανείς ότι η σημερινή θρησκεία και λατρεία των Ελλήνων έχει ενσωματώσει άπειρα στοιχεία του αρχαίου παρελθόντος τους. Οι ημιμαθείς αγνοούν –ή θέλουν να αγνοούν– ότι σε μια γωνιά αυτής εδώ της «μεγάλης πέτρας», της ριγμένης από αλλοτινούς καιρούς στη μέση της θάλασσας, στην Κρήτη, οι πιστοί ανέπεμπαν στον μέγιστο κούρο, τον Δία, τον μοναδικό Θεό, ύμνους που η χριστιανική υμνολογία και γραμματεία έχει ουσιαστικά αντιγράψει και αναπέμπει σήμερα στον Άγιο Θεό. Ιδού το παράδειγμα.
Χαίρε, μεγάλε γιε
Του Κρόνου, υπέρλαμπρε, παντοδύναμε.
Έρχεσαι
Οδηγώντας στους Κουρήτες
Στη Δίκτη κάθε χρόνο
Και τέρπεσαι με το τραγούδι.
Σου αναπέμπομε ύμνους
Με άρπες και αυλούς
Και ψάλλομε όρθιοι
Γύρω από τον βωμό Σου.
Γιατί σ΄ αυτόν τον τόπο, θεϊκό βρέφος,
Οι ασπιδοφόροι ανατροφείς Σου οι Κουρήτες
Σε πήραν από την Ρέα
Και Σ΄ έκρυψαν χτυπώντας τα πόδια τους.
………………………….
Και Συ δημιούργησες την καλήν Ημέρα.
Οι κόρες Σου οι Ώρες φέρνουν
Κάθε χρόνο αφθονία. Και στους ανθρώπους
Βασιλεύει η δικαιοσύνη και όλη την πλάση
Διαφυλάσσει η πλουτοφόρα ειρήνη.
Διαφύλαξε τις οικογενειακές εστίες μας.
Προστάτεψε τα καλόμαλλα κοπάδια μας
Και εξαπόστειλε στα σπαρτά και στα δένδρα μας
Εύκρατους ανέμους.
Σκέπε με την αιγίδα Σου τις πόλεις μας
Και τα ποντοπόρα πλοία μας
Επίβλεψε τα παλικάρια μας
Και προστάτεψε τις ένδοξες Αρχές μας.
Το αρχαίο κείμενο του ύμνου
Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρόνειε,
παγκρατές γάνους, βέβακες
δαιμόνων αγώμενος.
Δίκταν ές ενιαυτόν
έρπε και γέγαθι μολπά
ταν τοι κρέκομεν πακτίσι
μείξαντες αμ΄ αυλοίσιν,
και στάντες αείδομεν τεόν
αμφί βωμόν ευερκή.
Ιώ, Μέγισ[τε] Κούρε
χαίρε μοι Κρόνειε
παγκρα[τές γάνους, βέβακες]
δαιμόνων αγώμενος.
Δίκταν ές ενι[αυτόν
έρπ]ε και γέγαθι μολπά.
Ενθα γαρ σε, παίδ' άμβροτον,
ασπιδ[ηφόροι τροφήες]
παρ' Ρέας λαβόντες πόδα
κ[ρούοντες αντέκρυψαν] .
Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρόνειε,
παγκρατές γάνους, βέβακες
δαιμόνων αγώμενος.
Δίκταν ές ενιαυτόν
έρπε και γέγαθι μολπά.
..........................................
..........................................
..........................................
...................τα]ς καλάς Αούς.
[Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κ]ρόνειε,
παγκρατές γάν[ους, βέβακες
δαιμόνω]ν αγώμενος
Δίκταν ές ενι[αυτόν.
έρπε κα]ι γέγαθι μολπά.
[Ωραι δε β]ρύον κατήτος
και βροτούς Δίκα κατήχε
[άλλα τε θνατ΄ ‘αμφ]επε ζω
α φίλολβος Ειρήνα.
[Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρόνειε],
παγκρατές γάν[ους, βέβακες
δαιμόνων αγώ]μενος
Δίκταν ες ε[νιαυτόν.
έρπε και γέ]γαθι μολπά.
Α[μών θόρε κ΄ ες δέ]μνια
και θορ΄ εύποκ΄ ες [ποίμνια
κ΄ ες λήϊ]α καρπών θόρε
κ΄ ες τελεσφ[όρους αύρας].
Ιώ. Μέγιστε Κούρε,
χαίρε μοι Κρ[όνειε],
παγκρατές γάνους, βέβακες
[δαιμό]νων αγώμενος
Δίκταν ες ενι[αυτόν].
έρπε και γέγαθι μολπά.
[Θόρε κ΄ ες] πόληας αμών
θόρε κ΄ ες ποντοπόρας νάας
Θόρε κ΄ ες ν[έους πο]λείτας
Θόρε κ΄ ες Θέμιν κλ[ειτάν.
Ιώ. Μέγιστε] Κούρε,
χαίρε μοι Κρ[όνειε],
παγκρατές γάνους, βέβακ[ες
δαιμόνων αγ]ώμενος
Δίκταν ες ενι[αυτόν.
έρπε και γέγαθι] μολπά.
Στα πλαίσια των εορτασμών για την ετήσια αναγέννηση του Δία στο Δικταίο Άντρο, οι προσκυνητές έψαλαν τον Ύμνο στο Δικταίο Δία. Στο Παλαίκαστρο όπως και στην Πραισό υπήρχαν ιερά που κατά πάσα πιθανότητα τελούσαν υπό την αιγίδα του κεντρικού ιερού σπηλαίου της Ανατολικής Κρήτης όπου ο μύθος θέλει να γεννήθηκε ο Δίας, το Δικταίο Άντρο. Ο κουρητικός ύμνος είναι γραμμένος σε επιγραφή σπασμένη σε κομμάτια, που βρέθηκαν πριν από 110 χρόνια σκορπισμένα κοντά στα ερείπια του ιερού του Δία Δικταίου, στην ανασκαφή του Παλαίκαστρου της Σητείας. Η μεγάλη πλάκα από γκρίζο τιτανόλιθο είναι αμφίγραφη. Ο ύμνος είναι γραμμένος στις δυο πλευρές της, στη μια με λάθη η σε πρόχειρο. Ωστόσο είναι δυνατή η συσχέτιση και η συμπλήρωση της επιγραφής. Η επιγραφή που σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου χρονολογείται τον 2ο-3ο μ.Χ. αιώνα αν και, λαμβάνοντας υπ’ όψη την εκφορά της γλώσσας, πρόκειται για παλιότερο κείμενο πιθανώς του 4ου-3ου π.Χ. αιώνα, που και αυτό με τη σειρά του βασίζεται σε ακόμα παλιότερο ύμνο που δεν σώζεται.
Τον ύμνο έψαλαν γυμνοί ασπιδοφόροι νέοι χορεύοντας οργιαστικά και κρούοντας τις χάλκινες ασπίδες τους με δυνατούς θορύβους μιμούμενοι τους μυθικούς Κουρήτες, τους νεαρούς αγαθούς δαίμονες που προστάτεψαν και ανάθρεψαν το θείο βρέφος. Οι Κουρήτες φύλαγαν το θείο βρέφος καλύπτοντας το κλάμα του από τον πατέρα του Κρόνο. Είναι μια επίκληση για την ετήσια επάνοδο του νεαρού θεού, για να δώσει να καρπίσουν οι αγροί και τα κοπάδια. Ο ύμνος εντάσσεται στα πλαίσια μυητικών τελετών κατά τη μετάβαση των αγοριών από την εφηβεία στην ωριμότητα, και την είσοδό τους στην τάξη των τέλειων πολιτών. Αντίστοιχες τελετές γίνονταν και σε άλλες περιοχές του ελληνικού κόσμου για τις οποίες σώζονται γραπτές αναφορές.
Διαπιστώνουμε εύκολα πόσο λίγο απέχει ο ύμνος αυτός των Κουρητών προς τον Δία, από τις ευχές των σημερινών λειτουργών της θρησκείας μας, όταν στα «Ειρηνικά» αναφέρουν: «Ευξόμεθα υπέρ ειρήνης του κόσμου, υπέρ ευκρασίας αέρων, υπέρ των εν θαλάσση καλώς πλεόντων, υπέρ ευφορίας των καρπών της γης, υπέρ του φιλοχρίστου υμών στρατού, υπέρ της πόλεως ταύτης και των πίστει οικούντων εν αυτή, υπέρ του ευσεβούς υμών έθνους και πάσης αρχής και εξουσίας εν αυτώ». Ή ακόμη «αινείτε τον Κύριον εν χορδαίς και οργάνοις, εν τυμπάνω και χορώ» κ.ά.
Ο ελληνικός λαός δε χρειάζεται υποδείξεις από θεομπαίχτες. Βουλεύεται ελεύθερα, κόντρα στις ανίερες επιθυμίες και στους πονηρούς και μύχιους πόθους των καταστροφέων της πατρίδας και έχει επίγνωση της αλήθειας και της ιστορίας του, που τη συσκοτίζει συστηματικά το αργυρώνητο πνευματικό κατεστημένο.
Αντώνιος Βασιλάκης