Είμαστε απόγονοι του Προμηθέα ή του Επιμηθέα; Αθάνατοι ημίθεοι ή χωμάτινοι θνητοί;


«Κι εσύ βάλ’το καλά μέσα στο μυαλό σου. Ότι μαζί γεννήθηκαν θεοί και άνθρωποι θνητοί», μας ορίζει εξ αρχής ο Ησίοδος στο «Έργα και ημέραι», αναφερόμενος στα πέντε γένη των ανθρώπων. Το χρυσό, το αργυρό, το χάλκινο, τους ήρωες και το σιδερένιο γένος. «Είμαστε τέκνα του ουρανού και της γης. Όμως η καταγωγή μας είναι επουράνια», συνηγορούν και οι επιγραφές πάνω στα χρυσά ελάσματα με τα οποία θάβονται οι μυημένοι στα ορφικά μυστήρια. 

«Πρωτύτερα ζούσαν οι άνθρωποι άκοπα, χωρίς να δουλεύουν και χωρίς να υποφέρουν από τις φοβερές αρρώστιες που φέρνουν τα γηρατειά». Οι ομιλούντες άνθρωποι του χρυσού γένους επί της βασιλείας του Κρόνου ζούσαν ξέγνοιαστα σαν θεοί. «Κι ούτε τους έβρισκαν τα φοβερά γηρατειά, αλλά πάντοτε με πόδια και χέρια νεανικά, διασκέδαζαν σε συμπόσια, έξω απ’ όλες τις συμφορές και πέθαιναν σαν να τους έπαιρνε ο ύπνος», για να αναδειχτούν σε πνεύματα θεϊκά, φύλακες των θνητών.

Της Τερέζας Βαλαβάνη, Ψυχολόγου
--------------------------------------------------------------------------------------
Το αργυρό γένος αντιθέτως αργούσε να ωριμάσει και περνούσε εκατό χρόνια κοντά στις μητέρες, παίζοντας μέσα στο σπίτι. Χαρακτηριζόταν από ανοησία, αλαζονεία, ασέβεια προς τους θεούς και πέθαιναν λίγο μετά την ήβη, για να μετατραπούν σε υποχθόνιους θνητούς. Ο εκφυλισμός συνεχίστηκε ακόμα περισσότερο με το χάλκινο γένος, γένος ανθρώπων φιλοπόλεμων, με σκληρή ψυχή, μεγάλη δύναμη και χάλκινα όπλα. «…από τα ίδια τους τα χέρια σκοτωμένοι, κατέβηκαν άσημοι στην μουχλιασμένη κατοικία του παγερού του Άδη. Κι ήρθεν ο μαύρος θάνατος…». Και το επόμενο γένος των ηρώων και ημιθέων αφανίστηκε από τους πολέμους και τις μάχες. «Ο πατέρας Ζευς…τους εγκατέστησε χωριστά απ’ τους ανθρώπους στα πέρατα της γης…στα Νησιά των Μακάρων». 

Τέλος για το τελευταίο, το σιδερένιο γένος των ανθρώπων «ούτε την μέρα παύουν ο κάματος και τα βάσανα, ούτε την νύχτα σταματούν να αφανίζονται οι άνθρωποι. Γιατί οι θεοί τους δίνουν έγνοιες δυσβάστακτες. Παρ’ όλα αυτά και σ’ αυτούς τα καλά θα είναι ανακατεμένα με τα κακά». Κι αυτό το γένος θα αφανιστεί από τον Δία, όταν θα υπάρξει σωματικός, ψυχικός, ηθικός, πνευματικός εκφυλισμός. Τότε «η Αιδώς και η Νέμεσις θα παρατήσουν την πλατειά γη και…θα φύγουν προς τον Όλυμπο, να σμίξουν με τους αθανάτους, εγκαταλείποντας τους ανθρώπους. Για τους θνητούς θα μείνουν μόνο οι άθλιες θλίψεις. Και για το κακό αυτό δεν θα υπάρχει γιατρειά».


Και ο Αισχύλος περιγράφει τραγική την μοίρα του έκπτωτου γένους των ανθρώπων. «Είχανε μάτια και δεν έβλεπαν, αυτιά και δεν άκουγαν. Όπως στα νεφελώδη όνειρα μας τίποτα δεν ήτανε γι’ αυτούς ξεκάθαρο. Ολάκερες χιλιετηρίδες όλα συγχέονταν, όλα ήταν μπερδεμένα. Μήτε σπίτια πληθόχτιστα είχανε ανοιχτά στον ήλιο, μήτε άλλες οικοδομές. Είχανε για καταφύγια μερικές τρύπες της γης, απ’ όπου και γλιστρούσανε, σαν τα λεπτόκορμα μυρμήγκια, μέσα σε σπήλαια σκοτεινά. Δεν ξεχωρίζανε χειμώνα κι άνοιξη, την εποχή των λουλουδιών, μήτε και καλοκαίρι, εποχή των καρπών. Ότι και να ’καναν ήταν γι’ αυτούς το ίδιο…Σαν αρρωσταίνανε δεν είχαν περιποίηση, μήτε και φαγητό, μήτε ποτό. Και φάρμακα μην έχοντας, πέθαιναν». 


Η γνωστή παραβολή του σπηλαίου του Πλάτωνα από την «Πολιτεία» στηρίζεται σε αντίστοιχη θεώρηση όσον αφορά τον ξεπεσμό του ανθρώπου. «Φαντάσου σαν μέσα σ’ένα σπήλαιο κάτω απόν τη γη, που να έχει την είσοδο του ανοιγμένη προς το φως σ’ όλο το μάκρος της ανθρώπους που από παιδιά να βρίσκονται εκεί μέσα αλυσοδεμένοι από τα πόδια και τον τράχηλο, σε τρόπο που να μένουν πάντα στην ίδια θέση και μόνο εμπρός των να βλέπουν, χωρίς να μπορούν να στρέψουν γύρω την κεφαλή τους εξ αιτίας τα δεσμά τους».

Δεσμώτης βρίσκεται και ο Προμηθέας στην ψηλότερη κορυφή του Καυκάσου, δεμένος κατ’ εντολή του Δία με άθραυστα δεσμά από τον Ήφαιστο, έχοντας κλέψει και μεταφέρει μέσα σ’ έναν νάρθηκα την καταστροφική, αλλά και εκπολιτιστική δύναμη του πυρός στο γένος των εκφυλισμένων πλέον ανθρώπων. Το δώρο αυτό τους επιτρέπει ν’ αρχίσουν να μαγειρεύουν τις τροφές τους, να εγκαταλείψουν τις σπηλιές και να χτίσουν σπίτια, να κατεργαστούν τα μέταλλα, να εξελιχθούν τεχνολογικά, αλλά και να μετεξελιχθούν στους πιο επίφοβους και καταστροφικούς πολεμιστές. Τους δίνει την δυνατότητα να ημερέψουν και να εκμεταλλευτούν τα ζώα, ν’ αναπτύξουν ναυτιλία, ιατρική, φαρμακολογία, τέχνες και επιστήμες, αριθμούς και γράμματα, νόμους, χρησμούς, ερμηνεία ονείρων, αστρολογία. Ο Προμηθέας, εξόριστος από τον Δία στην Σκυθία, δίνει στους ανθρώπους πολιτισμό. «Πάσαι τέχναι βροτοίσιν εκ Προμηθέως», όπου το ρήμα «βροτόω» σημαίνει «αιματώνω», «κάνω κάποιον άνθρωπο».

Κατά παράδοξο τρόπο ο μύθος αναφέρει ότι οι ίδιοι οι ωφελημένοι από τον Προμηθέα άνθρωποι, επιβεβαιώνοντας ότι «οι ευεργετούμενοι είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί του ευεργέτη τους», διεμήνυσαν στον Δία την κλοπή του πυρός κι εκείνος σε αντάλλαγμα τους έστειλε «επί όνου παντοτινήν νεότητα. Αλλ’ ο όνος, διψήσας καθ’ οδόν, την έδωκεν εις τον παραφυλάττοντα εις μίαν πηγήν όφιν και έπιεν ύδωρ. Και ούτως οι μεν άνθρωποι γηράσκουσιν. Οι δε όφεις ανανεούνται, αλλάσσοντες το δέρμα». Παραβάλλω από την Γένεση το εδάφιο που περιγράφει την εξαπάτηση της Εύας από το φίδι, όπου είναι εμφανείς οι παραλληλισμοί με τον αρχαιοελληνικό μύθο. «Και είπεν ο όφις προς την γυναίκα, δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει. Αλλ’ εξεύρει ο Θεός, ότι καθ’ ην ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν».

Ο Jean Richepin αναφέρει στην Μυθολογία του, ότι όταν αφαίρεσε ο Δίας την φωτιά από τους ανθρώπους δεν τους έδωσε σε αντάλλαγμα το «μυστικό της λιτής διαβίωσης», με το οποίο θα απελευθερωνόταν από τα δεσμά του μόχθου. «Η εργασία μιας ημέρας θα ήταν αρκετή να προμηθεύεται κανείς τα μέσα να ζει ολόκληρο τον χρόνο χωρίς να εργάζεται». Επρόκειτο για το πνευματικό χάρισμα της αυτάρκειας και της ολιγάρκειας ή για την πηγή κάποιας πανίσχυρης και αποτελεσματικής ενέργειας, ένα ερώτημα ενδιαφέρον να διερευνηθεί περισσότερο στις μέρες μας, όπου οι ζωτικοί πόροι του ανθρώπου λεηλατούνται και λιγοστεύουν απειλητικά σε σχέση την ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθυσμού. Τοιουτοτρόπως ο άνθρωπος καταδικάζεται σε φροντίδες και βάσανα. «Με λύπας θέλεις γεννά τέκνα», ορίζει ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης στην Εύα. «Εν τω ιδρώτι του προσώπου σου θέλεις τρώγει τον άρτον σου, έωσου επιστρέψης εις την γην, εκ της οποίας ελήφθης. Επειδή γη είσαι, και εις γην θέλεις επιστρέψει.» είναι το πρόσταγμα του προς τον έκπτωτο πρωτόπλαστο Αδάμ.

Παρομοίως με τους θνητούς ανθρώπους, τόσο ο Δίας, όσο και ο Προμηθέας συμπεριφέρονται αμφιθυμικά και δισυπόστατα ο ένας προς τον άλλο. Παρότι γιός του Τιτάνα Ιάπετου και της Τιτανίδος Θέμιδος, προσωποποίησης της Δικαιοσύνης και παρέδρου του Δία, που από την ένωση τους γεννήθηκαν οι Μοίρες και οι Ώρες, ο Προμηθέας κατά την Τιτανομαχία, την πάλη επικράτησης ανάμεσα στους παλαιούς και στους νέους Θεούς, προδίδει τους δικούς του και πολεμά στο πλευρό του Δία, μαζί με τους Κύκλωπες και τους Γίγαντες, παίζοντας με τις σοφές συμβουλές του καθοριστικό ρόλο για την έκβαση της νίκης. Οι ηττημένοι Τιτάνες εξορίζονται από τον Δία τόσο βαθειά μέσα στη γη, στα Τάρταρα, ώστε ένα σιδερένιο αμόνι θα χρειαζόταν εννιά μερόνυχτα να φτάσει εκεί. 

Ο Προμηθέας πρωτοστάτησε επίσης κατά την γέννηση της Αθηνάς, ανοίγοντας με πελέκι το κεφάλι του Δία. Σε άλλον μύθο, επιθυμεί να σμίξει ερωτικά μαζί της, να συνευρεθεί δηλαδή και να ενωθεί με την Σοφία, που συμβολίζει η Θεά Αθηνά. Με την βοήθεια της θα κλέψει τη φωτιά από τον Δία για τους ανθρώπους. Κεραμίστες, χρυσοχόοι, σιδηρουργοί, οπλουργοί τιμούσαν τον «Δαδούχο» Προμηθέα μαζί με την θεά Αθηνά, αλλά και τον Ήφαιστο. Τον Θεό που κατ’ εντολή του Δία κατασκεύασε την Πανδώρα και του την έστειλε για να τον παγιδεύσει με τον Ερμή. Ο Ήφαιστος επίσης με τον Ερμή, την Βία και το Κράτος αναλαμβάνουν από κοινού να αλυσοδέσουν τον Προμηθέα στον Καύκασο. Σας θυμίζει κάτι αυτό; Οι αρχαιο- ελληνικοί μύθοι είναι εκπληκτικά διαχρονικοί!

Σαν βασική αιτία που στρέφει τον Δία ενάντια στον Προμηθέα, αναφέρεται η εξαπάτηση του κατά την θυσία ενός βοδιού. Ο Προμηθέας έκρυψε τα κρέατα κάτω από το δέρμα και τα οστά κάτω από το πάχος. «Ο δε Ζευς ηπατήθη και έκλεξε το εσκεπασμένον με το πάχος μερίδιον. Οργισθείς δε δια την απάτην, έλαβε πάλιν το πυρ εις τον ουρανόν, αλλ’ ο Προμηθεύς το έκλεψε πάλι». Μετά από αυτό το συμβάν μια κοινή συνάθροιση ανθρώπων και θεών όρισε στην Μηκώνη, κατοπινή Σικυώνα, να αφιερώνονται κατά τις θυσίες τα λίπη και τα κόκαλα στους Θεούς.


Ο Προμηθέας, που ετυμολογικά σημαίνει «ο προνοητικός, ο επινοητικός» μυθολογικά αναφέρεται σαν πλάστης, δημιουργός των πρώτων ανθρώπων. Μάλιστα λέγεται ότι χρησιμοποίησε δάκρυα για να υγράνει και να μπορεί να πλάσει τον πηλό με τον οποίο δημιούργησε τον άνθρωπο. Έναν μύθο που συναντάμε ξανά σε παραλλαγή στην Παλαιά Διαθήκη για την δημιουργία των πρωτοπλάστων. «Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον Άνθρωπον από χώματος εκ της γης». Στη Φωκίδα αναφέρει ο Παυσανίας συνήθιζαν να δείχνουν οι κάτοικοι πέτρες, που μύριζαν σαν ανθρώπινο δέρμα και πίστευαν ότι ήσαν υπολείμματα του πηλού, με τον οποίο έπλασε ο Προμηθέας τους ανθρώπους. Σε πολλά αρχαία μνημεία αναπαριστάται ο Προμηθέας να πλάθει το σώμα του ανθρώπου μόνος ή με την βοήθεια της θεάς Αθηνάς. Ο Γκαίτε στον «Προμηθέα» του περιγράφει πολύ γλαφυρά την πρόκληση προς τον Δία κατά την πράξη της δημιουργίας, που απετέλεσε ίσως και την πραγματική πέτρα του σκανδάλου για την μετέπειτα διένεξη: «Σκέπασε τον ουρανό σου, Ζευς, με νεφελήματα. Εδώ κάθομαι εγώ, και φτιάχνω ανθρώπους, σύμφωνα με την εικόνα μου, ένα γένος, που μου μοιάζει, ώστε να υποφέρει, να κλαίει, ν’ απολαμβάνει και να χαίρεται και να μην σε υπολογίζει, όπως εγώ!»

Μαζί με τον αδελφό του, τον «αμαρτίνοον» Επιμηθέα, που λειτουργεί μαζί του σαν alter ego και ζεύγος αντιθέτων, σηματοδοτώντας την αστόχαστη και απερίσκεπτη όψη της θνητότητας, αναλαμβάνουν σύμφωνα με τον Πλάτωνα στον «Πρωταγόρα», να στολίσουν και να προικίσουν τα ζώα, που είχαν ήδη σχηματίσει οι θεοί στο εσωτερικό της γης, από μείγμα χώματος, φωτιάς και όλων των στοιχείων, που μπορούν να ενωθούν μαζί τους. Ο Επιμηθέας ζητάει και παίρνει την άδεια από τον αδελφό του να επιληφθεί εκείνος αποκλειστικά αυτού του έργου. Όταν τελικά ο Προμηθέας ελέγχει την εκτέλεση του στολισμού, ανακαλύπτει ότι όλα τα χαρίσματα έχουν χρησιμοποιηθεί από τον Επιμηθέα για τα ζώα και δεν έχει μείνει τίποτα υπέρ του ανθρώπου. «Ήταν αυτός γυμνός, χωρίς αμυντικά μέσα, χωρίς όπλα». Σ’ αυτήν την παραλλαγή του μύθου ο Προμηθέας κλέβει από την Αθηνά την επιστήμη των τεχνών, από τον Ήφαιστο την φωτιά, που χωρίς αυτή η επιστήμη θα ήταν άχρηστη κι από τον Δία την κρυμμένη πολιτική τέχνη για να προικίσει τον άνθρωπο με ότι θα χρειαστεί για την ζωή του. Γι’ αυτήν την τελευταία κλοπή είναι που επισύρει την οργή και την τιμωρία από τον πατέρα των θεών. 

Σε μια άλλη εκδοχή του μύθου αναφέρετε ότι ο Προμηθέας, όταν έπλαθε τον άνθρωπο «εκ γης και ύδατος» ανέμιξε στον πηλό και διαφόρων «ζώων ύλην». Τοιουτοτρόπως στον άνθρωπος κληροδοτήθηκε και μια κατώτερη ζωική φύση. Που του προσδίδει την δειλία του λαγού, την πανουργία της αλεπούς, την αλαζονεία του παγωνιού, την ωμότητα της τίγρης και την ανδρεία του λιονταριού. Επίσης μια άλλη παραλλαγή του μύθου αναφέρει, ότι και ο Επιμηθέας θέλησε να πλάσει άνθρωπο από πηλό, όμως ο Δίας τον μεταμόρφωσε σε πίθηκο.

Σαν αρνητικός ήρωας, αντίποδας του Προμηθέα, πρωταγωνιστεί ο Επιμηθέας και σε άλλον ένα μύθο, εκείνον της Πανδώρας. Θέλοντας ο Ζευς ν’ αντεκδικηθεί τον Προμηθέα για την εξαπάτηση κατά την ευωχία του βοδιού, πρόσταξε τον Ήφαιστο ανακατεύοντας χώμα και νερό, να κατασκευάσει μια γυναίκα θεϊκού κάλλους και να της δώσει δύναμη και φωνή. Δημιουργεί την Παν-δώρα. Όλοι οι ολύμπιοι θεοί θα την φιλοδωρήσουν απλόχερα. Η Αφροδίτη την ευνοεί με ερωτική γοητεία. Η Αθηνά και οι Χάριτες της χαρίζουν μεγαλόπρεπα φορέματα και πέπλα, χρυσά περιδέραια και στέμμα, ανοιξιάτικα λουλούδια. Ο Ερμής εμπνέει στην Πανδώρα την τέχνη του ψέματος, γοητευτική ομιλία και άστατο χαρακτήρα. «Μες στα στήθη της ψέματα και λόγια πλάνα κι ένα τρόπο ύπουλο έφτιαξε για τους άντρες, συμφορά τους δύστυχους». Μαζί της κρατά προικιό έναν πίθο. Συνοδευόμενη από τον Ερμή στέλνεται η Πανδώρα σαν ζωντανή παγίδα στον Προμηθέα, ο οποίος αρνείται να την δεχτεί και προειδοποιεί τον αστόχαστο αδελφό του Επιμηθέα, να αρνηθεί επίσης να λάβει δώρα από τις θεούς. Όμως εκείνος απονήρευτος και δελεασμένος από τα θέλγητρα της πανώριας παρθένου, που θύμιζε στην ωραιότητα ολύμπια θεά, την δέχεται για γυναίκα του. Λόγο της έμφυτης περιέργειας της η Πανδώρα ανοίγει τον πίθο και απελευθερώνει όλα τα δεινά, που ήσαν παγιδευμένα μέσα εκεί, στην ζωή των ανθρώπων. Κατά μια άλλη παραλλαγή κλεισμένα στον πίθο ήσαν όλα τα αγαθά, που χάθηκαν δια παντός για τον άνθρωπο και την ευτυχία του. Το μόνο που έμεινε και δεν χάθηκε είναι η ελπίδα. Στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου αναφέρεται: «έκανα τους θνητούς να πάψουν να προβλέπουν τον θάνατό τους (…) τους έδωσα τυφλές ελπίδες». Η Πανδώρα, σαν προμάμμη της βιβλικής Εύας και γυναίκα με ολέθρια θέλγητρα, καταδικάζει την ανθρωπότητα, λόγο της περιέργειας και αδιακρισίας της, να εξαγοράζει την ευημερία με τον ιδρώτα της.


Στην ελληνική αρχαιότητα επικρατούσε από τη μια άκρατος μισογυνισμός κι από την άλλη λατρεία του γυναικείου κάλλους. Ο Ησίοδος αναφέρει ότι όλες οι ανθρώπινες δυστυχίες οφείλονται στην γυναίκα. Την συγκρίνει με τα παράσιτα, που «παχαίνουν με τον μόχθο των άλλων». Παρότι παραδέχεται ότι η αγαμία θεωρείται φάρμακο χειρότερο από την αρρώστια, «γιατί δεν θα ’χουμε στα θλιβερά μας γεράματα κανένα να μας παρηγορήσει και να μας βοηθήσει», εάν σε κάποιον επιφυλάξει η μοίρα «γυναίκα διεστραμμένη, θα ζήσει βίο πικρό μ’ αιώνια θλίψη στην καρδιά, που τίποτα δεν μπορεί να θεραπέψει». «Πυρ, γυνή και θάλασσα» είναι επίσης η πάγια αντίληψη για τους τρείς κινδύνους, απ’ τους οποίους οφείλει να προστατεύεται στην ζωή του κάθε άνδρας στις πατριαρχικές κοινωνίες. 

Η Πανδώρα, συμβολίζει την λατρεία της Μεγάλης Μητέρας και ο πίθος ή κιτίο, συμβολισμός της μήτρας, που δίνει ζωή, άρα δίνει και θάνατο, ανήκει στα βασικά λατρευτικά της σύμβολα. Όπως και η πρωτόπλαστη Εύα, λειτουργούν αρχετυπικά σαν αλεξικέραυνα, που απορροφούν όλη την σφοδρότητα της επέλασης και πατριαρχικής επικράτησης του Δωδεκάθεου και αργότερα του ιουδαϊκού μονοθεϊσμού πάνω στην αρχέγονη μητριαρχική παντοδυναμία. «Και είπε προς αυτόν ο Θεός, τις εφανέρωσεν εις σε ότι είσαι γυμνός; Μήπως έφαγες από του δένδρου, από του οποίου προσέταξα εις σε να μη φάγης; Και είπεν ο Αδάμ, η γυνή την οποίαν έδωκας να ήναι μετ’ εμού, αυτή μοι έδωκεν από του δένδρου, και έφαγον. Και είπε Κύριος ο Θεός προς την γυναίκα. Τι είναι τούτο το οποίο έκαμες; Και η γυνή είπεν, ο όφις με ηπάτησε, και έφαγον».

Στο οικογενειακό δέντρο του Προμηθέα υπάρχουν στοιχεία έκδηλου συμβολισμού, όσον αφορά τόσο τα αδέλφια του, αλλά και τα παιδιά τους, πάντα σε συνάφεια με το ανθρώπινο γένος. Όλα τα αρσενικά μέλη, τόσο ο ίδιος όσο και οι τρεις αδελφοί του τιμωρούνται όλοι από τον οργισμένο Δία. Ο Άτλαντας καταδικάστηκε να στηρίζει τον ουράνιο θόλο με το κεφάλι του και τ’ ακούραστα χέρια του όρθιος στην άκρη της γης μπροστά στις Εσπερίδες. Ο Μενοίτιος βυθίστηκε στο έρεβος εξαιτίας της κακίας και του θράσους του. Ο Επιμηθέας μετατράπηκε σε πίθηκο λόγο της ανοησίας του. Ο ίδιος ο Προμηθέας , αλυσοδεμένος στον Καύκασο δεχόταν καθημερινά την επίθεση ενός αετού που κατέτρωγε το συκώτι του, «το οποίον την νύχτα ηύξανε, προς ακατάπαυστον του τιμωρία». Αντιθέτως οι επτά ετεροθαλείς του αδελφές, από την ένωση της μητέρας του Θέμιδος με τον Δία, ως οι τρεις παντοδύναμες Μοίρες, Ατροπός, Κλώθω και Λάχεσις μοιράζουν στους ανθρώπους κατά την γέννηση τους το Καλό και το Κακό, ενώ η Ευνομία, η Δίκη και η Ειρήνη, νοιάζονται και ρυθμίζουν τα έργα των ανθρώπων. 

Από την ένωση του «αμαρτίνοου» Επιμηθέα και της Πανδώρας γεννιούνται τρεις κόρες: η Πύρρα, η Πρόφασις και η Μεταμέλεια. Ενώ από τον Προμηθέα και την θυγατέρα του αδελφού του Άτλαντα ή κατά μια άλλη εκδοχή την Ωκεανίδα Κλυμένη, που αναφέρεται και σαν μητέρα του, τρεις γιοί. Ο Δευκαλίων, ο Λύκων και ο Χιμαιρέας. Ο Δίας στέλνει κατακλυσμό στη γη να εξοντώσει τους ανθρώπους. Στο νέο δράμα, ο γιος του Προμηθέα Δευκαλίων, παντρεμένος με την ξαδέλφη του Πύρρα, κατόπιν υποδείξεων του Προμηθέα φτιάχνουν κιβωτό και κλείνονται μέσα για 9 μέρες και 9 νύχτες, περιπλανούμενοι μέσα στα κύματα. Στο τέλος προσαράζουν στην κορυφή του Παρνασσού ή της Όρθρυος. Προσφέρουν θυσία στον Δία και μέσο του Ερμού εκφράζουν μιαν ευχή, που θα υλοποιηθεί. Ζητούν την δημιουργία ενός νέου ανθρώπινου γένους. Από πέτρες που ρίχνουν ξωπίσω τους, γεννιούνται άντρες από τον Δευκαλίωνα και γυναίκες από την Πύρρα. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο τον Αθηναίο ο πρώτος νέος άνδρας είναι ο Έλληνας ή ο Αμφικτύωνας. Όλες οι βασιλικές οικογένειες στην Αρχαία Ελλάδα παινευόταν ότι ήσαν απευθείας απόγονοι του Δευκαλίωνα και της Πύρρας.

Παραθέτω αντίστοιχα αποσπάσματα από τον βιβλικό κατακλυσμό του Νώε: «Και είπε ο Κύριος προς τον Νώε, είσελθε συ, και πας ο οίκος σου, εις την κιβωτόν. Διότι σε είδον δίκαιον ενώπιον μου εν τη γενεά ταύτη.(…) Ήτο δε ο Νώε εξακοσίων ετών, ότε έγεινεν ο κατακλυσμός των υδάτων επί της γης (…) Και έγεινεν ο κατακλυσμός τεσσαράκοντα ημέρας επί της γης. Και επληθύνθησαν τα ύδατα, και εσήκωσαν την κιβωτόν, και υψώθη υπεράνω της γης (…) και εσκεπάσθησαν πάντα τα όρη τα υψηλά τα υποκάτω παντός του ουρανού. (…) Και εξηλείφθη παν το υπάρχον επί του προσώπου της γης, από του ανθρώπου έως κτήνους (…) έμενε δε μόνον ο Νώε, και όσα ήσαν μετ’ αυτού. Και εκραταιούντο τα ύδατα επί της γης εκατόν πεντήκοντα ημέρας. (…) Και ελάλησεν ο Θεός προς τον Νώε, λέγων, Έξελθε εκ της κιβωτού, συ, και η γυνή σου, και οι υιοί σου, και αι γυναίκες των υιών σου μετά σου. Πάντα τα ζώα τα μετά σου (…) και ας πολυπλασιασθώσιν επί της γης, και ας αυξηνθώσι και ας πληθυνθώσιν επί της γης».

Υπενθυμίζω το αρχικό ερώτημα. 
«Είμαστε απόγονοι του Προμηθέα ή του Επιμηθέα;
Αθάνατοι ημίθεοι ή χωμάτινοι θνητοί»; 
Αυτή είναι μια εισήγηση, που στοχεύει να θέσει ερωτήματα, χωρίς να μπορεί να δώσει απαντήσεις. Όμως μέσα από την μελέτη των μύθων διακρίνονται ενδείξεις σε πολύ μακρινές εποχές, που αναφέρονται στο ότι το γένος των ανθρώπων απολάμβανε αθανασία ψυχής και σώματος. Συνοψίζω τα ενδεικτικά στοιχεία:

- η καταγωγή μας είναι επουράνια παρά την χθόνια συνάφεια μας (χρυσά ορφικά ελάσματα)

- οι άνθρωποι του χρυσού γένους δεν αρρώσταιναν, δεν γερνούσαν, δεν εργαζόταν, ψυχαγωγούνταν σε συμπόσια και στο τέλος ο θάνατος τους έμοιαζε με ύπνο (Ησίοδος)

- ο Δίας χάρισε στους ανθρώπους παντοτινή νεότητα, που όμως υφαρπάζεται από το φίδι, όπως και στον μύθο του χαμένου παράδεισου, όπου για άλλη μια φορά το φίδι σαν χθόνια δύναμη πρωταγωνιστεί στην πτώση του ανθρώπου

- πάλι σε συνάρτηση με τον Δία αναφέρεται «το μυστικό της λιτής διαβίωσης», που μπορεί να απελευθερώσει παντελώς τους ανθρώπους από τα δεσμά του μόχθου

- «ο πίθος ή κουτί της Πανδώρας» κατά την μία εκδοχή του μύθου έκρυβε μέσα του όλα τα αγαθά για τον άνθρωπο, που, όταν άνοιξε, χάθηκαν. Πιθανόν μαζί τους και η αθανασία. Έμεινε μόνο η ελπίδα!

- όταν όλα καταστρέφονται μέσα από φυσικές καταστροφές και κατακλυσ- μούς, όπως του Δευκαλίωνα και του Νώε, η φύτρα των ανθρώπων πάντα
σώζεται χάριν των θεών και διατηρείται ανανεωμένη


Ο Προμηθέας συμβολίζει για τον άνθρωπο το αδάμαστο και αθάνατο πνεύμα της εξέλιξης και του εκπολιτισμού, μέσα από δημιουργική δύναμη, σοφία, πανουργία, προνοητικότητα, τόλμη, θάρρος και αυτοθυσία:

- πλάθει, δημιουργεί τον άνθρωπο και ταυτόχρονα τον ανθρωποποιεί
- συνεργεί με τους θεούς ή τους προκαλεί, φτάνοντας στα όρια της ύβρις

- κλέβει για χάρη του ανθρώπου εργαλεία και μυστικά από τους θεούς, καθώς και το ιερό πυρ (τη φλόγα της ζωής και του πολιτισμού)

- προδίδεται από τους ίδιους τους ευεργετούμενους ανθρώπους, όπως ο Ιούδας προδίδει τον Δάσκαλο του

- θυσιάζεται χάριν της ανθρωπότητας, αλυσοδένεται και μαρτυρά (αντιστοιχία με το μαρτύριο της σταύρωσης του Ιησού Χριστού)

- αναγεννάτε καθημερινά μέσα από το μαρτύριο του, όπως ο Ιησούς μέσο του μαρτυρικού θανάτου του ανασταίνεται

- συν-χωρεί τους ανθρώπους και συνεχίζει και μετά την αποκαθήλωση του να τους ευεργετεί με τα δώρα του πολιτισμού

- προσπαθεί να προστατεύσει, όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και τον Επιμηθέα, κατ’ επέκταση και τους ανθρώπους, από τους κινδύνους που εγκυμονεί η Πανδώρα

- ξανασώζει τους ανθρώπους μέσα από τον συνεχιστή του έργου του, τον γιο του Δευκαλίωνα, κατά τον κατακλυσμό, όπου ενώ καταστρέφεται εξ ολοκλήρου δημιουργείται εκ νέου το γένος των ανθρώπων

Αντίθετα το alter ego του Προμηθέα, ο αδελφός του Επιμηθέας:

- θυμίζει εκπρόσωπο του αργυρού γένους, χαρακτηρίζεται από ανωριμότητα, 
ανοησία, αλαζονεία και ασέβεια

- απαιτεί να δημιουργήσει εκείνος τον άνθρωπο δίχως να έχει τα προσόντα και 
τιμωρείται να μετατραπεί σε πίθηκο 

- σπαταλάει αστόχαστα τα δώρα των θεών αποκλειστικά υπέρ των ζώων, 
αφήνοντας τους ανθρώπους παντελώς γυμνούς από χαρίσματα

- παρά τις προειδοποιήσεις του αδελφού του λαμβάνει την Πανδώρα σαν γυναίκα του και τοιουτοτρόπως χάνονται τα αγαθά των ανθρώπων ή διασκορπίζονται παντού τα δεινά

- μέσα από την ένωση του με την Πανδώρα γεννιέται η Πύρρα, που σαν γυναίκα του Δευκαλίωνα, συνεχίζει να μεταφέρει το δισυπόστατο της ανθρώπινης ταυτότητας και στις μετακατακλυσμιαίες γενιές των ανθρώπων.

Προμηθέας και Επιμηθέας, αθάνατος ημίθεος και χωμάτινος θνητός, χρυσός, αργυρός, τώρα πια σιδερένιος, αλλά και σκουριασμένος, ο άνθρωπος σήμερα είναι όλα μαζί. Κληρονόμος μιας αθάνατης, θεϊκής καταγωγής, ψυχής τε και σώματος, που χάνεται στο βάθος των αιώνων και των μύθων. Αλλά και έκπτωτος, εκφυλισμένος, δεσμώτης του ίδιου του του εαυτού, σε ληθαργική συνείδηση, ταυτισμένος με το κέλυφος της ύλης, που αντί να είναι ο απλός ξενιστής του, κατέληξε μέσα από την λησμοσύνη και απάρνηση των φυσικών κληρονομικών δικαιωμάτων του, να μετατραπεί σε σώμα = σήμα, τάφο της αθανασίας του. 

Η Πανδώρα με τον πίθο/κυτίο/μήτρα, αποτελεί απόηχο της μεγάλης Μητέρας Θεάς και της λατρείας της. Μέσα από την δαιμονοποίηση που υφίσταται, μια τύχη που μοιράζεται με την Εύα του χαμένου παράδεισου, υπάρχει η δυνατότητα να υποθέσουμε, ότι η δαιμονοποίηση αυτή αφορά ίσως το θηλυκό γενεσιουργό στοιχείο και αποτελεί απόηχο μιας προμητριαρχικής εποχής, όταν οι άνθρωποι δεν λάτρευαν την γέννηση, γιατί δεν χρειαζόταν, αφού τότε δεν υπήρχε ακόμα ο θάνατος, με την μορφή που τον γνωρίζουμε. Ο μύθος των Ανδρόγυνων στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα θα άξιζε να μελετηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ακόμα και σήμερα οι Βουδιστές πενθούν την γέννηση ενός παιδιού, ενώ εορτάζουν για να αποχαιρετίσουν την ψυχή που απελευθερώνετε με τον θάνατο.

Κι ας κλείσω μ’ ένα εισαγωγικό απόσπασμα από το βιβλίο «Η Μεγάλη Οδύσσεια του Πνεύματος» του βουδιστή Δάσκαλου και φίλου Ευστάθιου Λιακόπουλου:
«Το πρωταρχικό πνεύμα, η αληθινή βάση του παντός, υπάρχει πριν από κάθε νοητική αρχή και θα διατηρείται απαράλλαχτο και μετά από κάθε κατακλυσμό και κατασκευασμένο τέλος. Εντοπίζεται αδιαίρετο μέσα σε όλα τα επί μέρους πράγματα εκφράζοντας τρεις ασύλληπτες ιδιότητες: τη διαύγεια, την εγρήγορση και την ευδαιμονία. Και θα συλλειτουργεί άφθαρτο και αμόλυντο και μετά από την όποια συναλλαγή και ανακύκληση που φανερώνεται στους κόσμους».

Πηγές:

1. Ησίοδος: «Έργα και ημέραι»

2. Πλάτων: «Πολιτεία» εκδ. Ζαχαρόπουλος

3. Στέφανου Κόμμητα : «Ελληνική Μυθολογία»

4. P. Decharme: «Ελληνική Μυθολογία»

5. Jean Richepin: «Ελληνική Μυθολογία» εκδ. Τριήρης

6. «Παγκόσμια Μυθολογία» . Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 20.
Εκδοτική Αθηνών
7. Ουϊλλιέλμος Σμιθ / Σωτήριος Τσιβανόπουλος: «Λεξικόν των ελληνικών και
ρωμαϊκών αρχαιοτήτων» εκδ. Ντουντούμης

8. Αθανάσιος Φραγκούλης: «Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής» εκδ. Πατάκη

9. «Η Αγία Γραφή», εκδ. Βιβλική Εταιρεία

10. Ευστάθιος Λιακόπουλος: «Η μεγάλη Οδύσσεια του Πνεύματος. Από το εγώ
προς το είναι » εκδ. Έσοπτρον

Ο Μύθος της Πανδώρας 


Η Μητέρα Γη έδωσε τη ζωή στους θνητούς. Αυτό τους γέννησε μεγάλα προβλήματα. 
Κοιτούσαν με περιέργεια ο ένας τον άλλον, ύστερα έφευγαν ν΄αναζητήσουν τροφή. 
Ανακάλυψαν σιγά σιγά ότι η πείνα είχε πολλές μορφές. 

Ενα πρωϊ οι Άνθρωποι ακολούθησαν ένα ασυνήθιστα παχουλό νεογνό αρκουδάκι 
στην πλαγιά ενός λόφου καλυμμένου με θάμνους που έγερναν γεμάτοι από βατόμουρα. 
Άρχισαν αμέσως να πανηγυρίζουν δίχως να αισθάνονται τις δονήσεις που ξεκινούσαν 
κάτω από τα πόδια τους. Καθώς ο σεισμός μεγάλωνε, ένα χάσμα ανοίχτηκε στις πλαγιές 
του λόφου. 

Από εκεί αναδύθηκε η Πανδώρα με το πήλινο πιθάρι της. Οι θνητοί παρέλυσαν από φόβο, αλλά η θεά τους τραβούσε μέσα στην ακτινοβολία της. Είμαι η Πανδώρα, αυτή που φέρνει 
όλα τα αγαθά. Σήκωσε το σκέπασμα από το μεγάλο πιθάρι, έβγαλε από μέσα ένα Ρόδι που έγινε Μήλο, που έγινε Λεμόνι, που έγινε Αχλάδι. 

Σας φέρνω ανθισμένα δέντρα που γεμίζουν φρούτα, ροζιασμένα δέντρα φορτωμένα με Ελιές, κι εδώ, το Σταφύλι που θα σας τονώσει. Έπιασε από το μεγάλο πιθάρι μια χούφτα σπόρους 
και τους σκόρπισε ολόγυρα στο λόφο. Σας φέρνω φυτά για την πείνα, την αρρώστια, για το πλέξιμο και για την βαφή. Κρυμμένα κάτω από την επιφάνειά μου θα βρείτε Ορυκτά, Mεταλλεύματα και Άργιλο σε ατελείωτα σχήματα. Εβγαλε από το πιθάρι δύο πέτρες. 
Κοιτάξτε τώρα προσεκτικά το σπουδαιότερο δώρο μου. Σας δίνω τον πυρόλιθο. 

Υστερα η Πανδώρα έγειρε το πιθάρι στο πλάϊ και πλημμύρισε το λόφο με την πληθώρα των χαρισμάτων της. Οι θνητοί λούζονταν στις μυριάδες χρώματα της αύρας της. 

Σας φέρνω τον θαυμασμό, την περιέργεια, την μνήμη. 
Σας φέρνω κουράγιο, δύναμη, αντοχή. 
Σας φέρνω ευγενική στοργή για όλα τα πλάσματα. 
Σας φέρνω τα σπέρματα της Ειρήνης. 

Πλάτωνος, Συμπόσιον ή Περί Έρωτος Ηθικός 

Πλάτωνος, Συμπόσιον ή Περί Έρωτος Ηθικός, ο Μύθος Του Αρχέγονου Ανδρόγυνου. Ίσως να είναι απλά και μόνο ένας μύθος, μια πολύ γοητευτική σκέψη. Όμως ποιος αλήθεια δεν θα ήθελε να πιστέψει πως κάπου στον κόσμο υπάρχει και ζει με την ίδια λαχτάρα να μας συναντήσει το άλλο μας μισό. Αυτό το ανθρώπινο πλάσμα που η ψυχή μας θα μπορούσε να αναγνωρίσει αμέσως ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλες ψυχές. Για να διαβάσουμε τι λέει ο μεγάλος φιλόσοφος σχετικά με το άλλο μισό που τόσο απεγνωσμένα ψάχνουν, όσοι ψάχνουν. Ας απολαύσουμε τον μεγάλο σοφό και όσοι έχουν Ενέργεια ας Δράσουν.
{{ Παλιά η φύση μας ήταν διαφορετική απ΄ ότι σήμερα. Τα φύλα των ανθρώπων δεν ήταν δύο, όπως είναι σήμερα, δηλαδή αρσενικό θηλυκό, αλλά υπήρχε και ένα τρίτο το ανδρόγυνο, που αποτελούνταν από διπλά όντα και συνδύαζε στην εμφάνιση τα άλλα δύο φύλα. Έτσι, το σώμα κάθε ανθρώπου ήταν στρογγυλό, είχε ολόγυρα ράχη και πλευρές, τέσσερα χέρια, τέσσερα πόδια και διπλά γεννητικά όργανα. Το κεφάλι, που στεκόταν πάνω σε κυλινδρικό λαιμό, το αποτελούσε ένα κοινό κρανίο πάνω από δύο πρόσωπα, ενωμένα και απαράλλαχτα μεταξύ τους, που κοίταζαν το καθένα προς αντίθετη κατεύθυνση και όλα τ’ άλλα, όπως θα µμπορούσε, σε αυτή τη βάση, να φανταστεί κανείς. Μετακινούνταν όχι µόνο όρθιο, όπως τώρα, αλλά, όταν αποφάσιζε να τρέξει γρήγορα, στηρίζονταν και στα οχτώ άκρα και περιστροφικά, µμετακινούνταν πολύ γοργά. Από τα φύλα, το αρσενικό ήταν γέννημα του Ήλιου, το θηλυκό της Γης και το ανδρόγυνο της Σελήνης. (διάβασε Ο ρόλος της Σελήνης στον Πλούταρχο)
Την παλιά εκείνη εποχή, η σωματική δύναμη, η αντοχή και η εξυπνάδα των ανδρόγυνων ανθρώπων ήταν τρομερή, και γι΄ αυτό είχαν απέραντη έπαρση. Τα έβαλαν, μάλιστα κάποτε με τους ίδιους τους θεούς απειλώντας τους. Αυτό που διηγείται ο Όμηρος για τον Ώτο και τον Εφιάλτη αναφέρεται σε αυτούς: τόλμησαν να κατασκευάσουν ανάβαση προς τον ουρανό για να χτυπήσουν τους θεούς!

Ο Δίας, λοιπόν, σκεφτόταν με τους άλλους θεούς πώς να τους αντιμετωπίσουν. Αν τους σκότωναν με κεραυνούς και εξαφάνιζαν το γένος τους, όπως έκαναν με τους Γίγαντες, η λατρεία και οι θυσίες των ανθρώπων θα χάνονταν. Από την άλλη όμως δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να τους ανέχονται. Έπρεπε να επινοήσουν κάποια μέθοδο για να τους υποτάξουν. Στο τέλος, ο Δίας που είχε έμπνευση είπε στους άλλους θεούς: “Μου φαίνεται ότι βρήκα ένα τρόπο να διατηρηθεί η ανθρωπότητα και να παραιτηθεί από την αυθάδεια της, να γίνουν ασθενέστεροι. Θα τους κόψω σε δύο μέρη τον καθέναν. Έτσι θα γίνουν αφενός μεν ανίσχυροι, αφετέρου δε χρησιμότεροι για εμάς, αφού θα είναι αριθμητικά περισσότεροι”. Άρχισε, λοιπόν, να σκίζει τους ανθρώπους σε δύο μέρη και μετά ανέθεσε στον Απόλλωνα να τακτοποιήσει τις υπόλοιπες λεπτομέρειες. (διάβασε Περιχώρισις, η Σφαγή των θεών )
Αυτός τότε, γύρισε τα πρόσωπα και το μισό του λαιμού των ανθρώπων προς το μέρος της τομής, ώστε να βλέπουν διαρκώς το σκίσιμό τους, να φοβούνται τους θεούς και να είναι στο εξής ποιο φρόνιμοι. Στη συνέχεια, τράβηξε το δέρμα απ΄ όλα τα μέρη προς το σημείο που λέγεται σήμερα κοιλιά και το και το έδεσε όπως κάνουν στα σουρωτά πουγκιά, αφήνοντας ένα στόμιο στο μέρος της κοιλιάς που λέμε σήμερα αφαλό.
Μετά, αφού εξομάλυνε τις περισσότερες ρυτίδες, έστρωσε την περιοχή του στήθους με ένα εργαλείο, σαν αυτό που έχουν οι τσαγκάρηδες για να ισιώνουν τα ζαρώματα των δερμάτων στα καλαπόδια. Άφησε όμως μερικές ρυτίδες εκεί, κοντά στην κοιλιά και στον αφαλό, για να θυμίζουν αυτό που πάθαμε κάποτε.
Μετά τη διχοτόμηση, λοιπόν, του οργανισμού μας, το καθένα μισό αναζητούσε το άλλο μισό του και πήγαιναν μαζί. Τύλιγαν τα χέρια τους ο ένας γύρω από τον άλλο και έτσι σφιχταγκαλιασμένοι, γεμάτοι πόθο να κολλήσουν ξανά μαζί, έβρισκαν το θάνατο είτε από πείνα είτε από την ανικανότητα τους να κάνουν οποιαδήποτε ενέργεια. Χωρισμένοι όπως ήταν ο ένας από τον άλλο, δε δέχονταν να κάνουν τίποτα. Όποτε το ένα μισό πέθαινε και έμενε το άλλο, αυτό που έμενε ζητούσε ένα άλλο να αγκαλιάσει, όποιο έβρισκε μπροστά του, είτε αυτό ήταν το μισό γυναίκας είτε το μισό άντρα. Και έτσι πάλι αργά ή γρήγορα χάνονταν.
Τους λυπήθηκε, λοιπόν στο τέλος ο Δίας και μηχανεύτηκε ένα άλλο τέχνασμα: μετέφερε τα γεννητικά τους όργανα προς τα εμπρός. Ως τώρα τα είχαν και αυτά προς τα έξω και η γονιμοποίηση και γέννηση γινόταν όχι μέσα τους αλλά στο χώμα όπως τα τζιτζίκια. Τους τα μετέθεσε, λοιπόν , προς τα εμπρός και κανόνισε η αναπαραγωγή να γίνετε μέσω των οργάνων αυτών εντός των δύο φύλων, δια του αρσενικού εντός του θηλυκού.
Αυτό το έκανε ο θεός ώστε με το αγκάλιασμα να αναπαράγεται το είδος, να προκαλείται επιτέλους χορτασμός της συνουσίας και έτσι οι άνθρωποι ανάμεσα στον έρωτα και το διακαή πόθο της ένωσής τους, να μπορούν να κάνουν διαλείμματα, για να στραφούν προς τις καθημερινές εργασίες τους και να φροντίζουν και για τα υπόλοιπα ζητήματα της ζωής. Από τόσο παλιά, λοιπόν, ο έρωτας των ανθρώπων μεταξύ τους είναι ριζωμένος στη φύση τους, τους συνενώνει στην αρχική τους κατάσταση και ζητάει να κάνει και πάλι να κάνει από τα δυο ένα και να επανορθώσει το πάθημα του ανθρώπινου οργανισμού.
Καθένας μας, λοιπόν, αποτελεί ένα ημίτομο ανθρώπου, σκισμένος όπως είναι από ένας σε δύο, όπως οι γλώσσες, τα ψάρια και ζητάει διαρκώς καθένας το άλλο του ημίτομο.
Αν τύχει κάποτε, μάλιστα, να συναντήσει κανείς το ίδιο το πραγματικό άλλο του μισό, τότε πια η συγκίνηση και των δυο είναι μοναδική και απερίγραπτη, από το αίσθημα στοργής, κοινής καταγωγής, έρωτα. Ούτε στιγμή δεν δέχονται να αποχωριστούν. Αυτοί είναι που περνούν πιστοί μεταξύ τους ολόκληρη ζωή. Οι ίδιοι, ίσως, δε θα ήταν σε θέση καν να εκφράσουν τι είναι αυτό που θέλει ο ένας από τον άλλο. Διότι δεν μπορεί, βέβαια, να πιστέψει κανείς ότι αυτό είναι μόνο η ερωτική απόλαυση και ότι επομένως χάριν αυτής ευχαριστιούνται ο καθένας από του άλλου τη συμβίωση με τόσο σφοδρό πάθος. Κάτι άλλο είναι μάλλον -το βλέπει κανείς – αυτό που θέλει και των δύο η ψυχή, κάτι που δεν μπορεί να εκφράσει. Διαισθάνεται όμως τι θέλει και το υποδηλώνει σκοτεινά. Κι αν, την ώρα που είναι πλαγιασμένοι μαζί, ερχόταν από πάνω τους ο Ήφαιστος με τα εργαλεία του και τους ρωτούσε: “Τι είναι αυτό που ζητάτε, άνθρωποι, ο ένας από τον άλλο;” είναι πολύ πιθανό ότι δε θα ήξεραν τι να απαντήσουν.
Και ας υποθέσουμε ότι εκείνος τους ρωτούσε πάλι: “Θέλετε μήπως αυτό; Να μείνετε μαζί ο ένας με τον άλλο όσο το δυνατό περισσότερο, ώστε και νύχτα και μέρα να μην αποχωρίζεστε; Αν πράγματι αυτός είναι ο πόθος σας , τότε είμαι πρόθυμος να σας καλουπώσω και να σας σφυρηλατήσω σε ένα κομμάτι, ώστε να γίνετε αμέσως ένας, και για όσο καιρό ζείτε, να ζείτε και οι δυο σας κοινή ζωή σαν ένας, και πάλι όταν πεθάνετε, εκεί κάτω στον Άδη ένας να είστε και όχι δύο, σε έναν ταυτόχρονο θάνατο. Σκεφτείτε, λοιπόν, αυτό ποθείτε κι αν θα μένατε ευχαριστημένοι, στην περίπτωση που το πετυχαίνατε»}}.

Ούτε ένας απ΄ όσους θα άκουγαν αυτά- είμαστε βέβαιοι- δεν θα έλεγε “όχι” ούτε θα εκδήλωνε άλλη επιθυμία. Αντίθετα, θα πίστευε πως άκουσε απαράλλακτα ότι τόσο καιρό ποθούσε, δηλαδή να ενωθεί και να συγχωνευτεί με τον αγαπημένο του, ώστε να γίνουν ένας αντί δύο.

Η αιτία τούτου είναι ότι αυτή ήταν η πρωταρχική φύση μας και ότι κάποτε ήμαστε ολόκληροι. Του ολόκληρου, λοιπόν, ο πόθος και η ορμή έχει το όνομα Έρωτας. Πρωτύτερα -το επαναλαμβάνω – είμαστε ένα. Τώρα, όμως για τις αμαρτίες μας μας έχει διαμελίσει ο θεός. Υπάρχει ο φόβος, μάλιστα, αν δεν είμαστε σωστοί απέναντι στους θεούς, να μας διαμελίσουν και για δεύτερη φορά και να γυρίσουμε τότε σε κατάσταση ανάλογη με τις ανάγλυφες μορφές, που εικονίζονται κατά κρόταφο στις στήλες, πριονισμένες στη μέση.
Για τους λόγους αυτούς πρέπει ο ένας τον άλλο να συμβουλεύει , να έχει σεβασμό προς τους θεούς, ώστε να αποφύγουμε εκείνα που δεν πρέπει, να πραγματοποιούμε δε τα άλλα, τα σωστά, με τον Έρωτα πάντα οδηγητή και κυβερνήτη μας. Εναντίον του Έρωτα κανείς να μην αντιδρά, γιατί όποιος αντιδρά επισύρει το μίσος των θεών. Ενώ αν γίνουμε αγαπημένοι του θεού και ειρηνεύσουμε μαζί του, θα ανακαλύψουμε ανάμεσα στο πλήθος των ανθρώπων το άλλο μισό μας και θα επικοινωνήσουμε με τους αγαπημένους μας, τους πραγματικά δικούς μας, πράγμα που ελάχιστοι σήμερα κατορθώνουν. Μόνο με αυτό τον τρόπο το γένος των ανθρώπων θα πετύχει την ευδαιμονία, αν, δηλαδή, φτάσουμε στο φυσικό αποτέλεσμα του έρωτα και βρει ο καθένας μας τον αγαπημένο, τον δικό του, ώστε να επανέλθει στην πρωταρχική κατάσταση.
Αν θέλουμε, λοιπόν, να υμνήσουμε ένα θεό τον Έρωτα είναι δίκαιο να υμνήσουμε, ο οποίος και στο παρόν μας προσφέρει πλήθος ευεργεσίες, σαν οδηγητής προς τις συγγενείς μας φύσεις, αλλά και για το μέλλον μας χαρίζει πλούσιες ελπίδες, ότι εφόσον αποδώσουμε στους θεούς σεβασμό, εκείνος θα μας επαναφέρει στην αρχική μας κατάσταση και θα μας θεραπεύσει, καθιστώντας μας γαλήνιους και ευτυχισμένους.© Πλάτωνας Συμπόσιον ή Περί Έρωτος Ηθικός.

Το διαβάσαμε από το: Πλάτωνος, Συμπόσιον ή Περί Έρωτος Ηθικόςhttp://thesecretrealtruth.blogspot.com/2012/05/blog-post_5650.html#ixzz2fJ6lQQTr

( Συλλογή Προελληνικών Μύθων )

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη